Βιώνω τελευταία ένα πρωτόγνωρο μπρίζωμα το οποίο ανακάλυψα εσχάτως.
Γενικά, από μικρός ήμουν τύπος μποέμ, τα πράγματα τα έβλεπα από μια άλλη σκοπιά. Αυτό ναι μεν με βοήθησε αρκετές φορές, μου άφησε όμως και αξεπέραστα απωθημένα.
Ποτέ δεν έχω παίξει ξύλο. Ούτε σφαλιάρα δεν έχω δώσει (με εξαίρεση μία σε μια τρυφερή παρουσία που δεν πιάνεται), ούτε σφαλιάρα δεν έχω φάει (με εξαίρεση δύο από τρυφερές παρουσίες που ψιλοπιάνονται).
Για μπουνιές ούτε λόγος. Δεν έχω νοιώσει το απίστευτο συναίσθημα να σακατεύω κάποιον. Αλλά ούτε άλλοι να μ’ έχουν βάλει κάτω και να με κουτουλάνε για κάτι που εγώ θεωρώ ιερό.
Θέλω να δείρω. Αλλά θέλω να με τσαντίσουν πρώτα. Αλλιώς δε μου βγαίνει. Αυτό όμως δεν το κάνει κανένας. Αντίθετα όλοι μου φέρονται τόσο όμορφα και ευγενικά που καταντάει αηδία!
Κι όλοι βρίζουν όλους. Ο ένας σκάβει τον λάκκο του άλλου. Έτσι λένε δηλαδή. Γιατί εμένα δε μου σκάβει το λάκκο κανένας ρε γαμώτο!
Παντού αβρότητες. Εκτός από μια φορά που μου έτυχε ένα περιστατικό. Ήμουν σ’ ένα club. Κάποιος πίσω είχε κάνει την πλάτη μου ορθοπεδικό στρώμα. Επαναλαμβανόταν συνεχώς αυτό το βιολί. Ώσπου φορτώνω κανονικά, Γυαλίζει το μάτι μου, ιδρώνω, φουσκώνω, γυρίζω (για να μαλώσω), και τι να δω?
Ένας θεόρατος τύπος, 3 κεφάλια παραπάνω, με φάτσα Κύκλωπα, χέρια σαν τη Λερναία Ύδρα, δόντια καρχαρία κι ένα tattoo σαν τη Γκουέρνικα του Πικάσο. Είχε και μια κοιλιά λες κι ήταν έγκυος κι είχε ξεχάσει να γεννήσει. Η παρέα χλώμιασε. Εγώ δε θυμάμαι τι έκανα (κακόβουλες δηλώσεις ότι του ζήτησα συγνώμη, κρίνονται-νομικώς πάντα- ως αβάσιμες…)
Αλλά και τωρίνες προσπάθειες πέφτουν στο κενό. Πάω στα Everest να πάρω ένα καφέ. Δυο πρεζάκια ζητούν κάτι επίμονα εκνευρίζοντας την κοπέλα. «Εδώ είμαστε» σκέφτηκα και πήγα πίσω απ’ τα πρεζάκια.
Ψιλοαρπάχτηκαν αλλά τους εξυπηρέτησε. «Καλά πάμε» σκέφτηκα, «Θα πάρω ξινισμένο ύφος να γίνει μακελειό…». Φτάνει η σειρά μου. Η κοπέλα φύλαγε το πιο όμορφο χαμόγελο λέγοντας μου με απίστευτα γλυκειά φωνή, «Εσείς? Τι θα πάρετε?» Εκεί τα πήρα.
«Φτου! Και συ Βρούτε?»
Για όλα όμως φταίνε οι γονείς. Πριν κάποια χρόνια φύγανε διακοπές και μου αφήσανε 500 ευρώ για τους λογαριασμούς καθώς θα έλειπαν δυο μήνες. Βάλε, βγάλε, βγάλε, βγάλε, χωρίς να το καταλάβω, δεν έμεινε φράγκο, ούτε για καλαμάκια…
Όταν επέστρεψαν φαινόταν ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Η απάτη βγήκε σχετικά νωρίς στην επιφάνεια. Εγώ, έτοιμος να αντιμετωπίσω την μήνη τους. «Τα ‘φαγες ε?» «Ναι, αλλά με άλλη διατύπωση…» Και μου πετάνε το αμίμητο, «Δεν πειράζει, χαλάλι σου!»
Μετά απ’ αυτό, γίνεσαι ή δε γίνεσαι αμερικανάκι?
15 σχόλια - Στείλε ΣχόλιοΖω ένα δράμα...
50 χρόνια μπροστά... Grande Bretagne Haute-culture... see through συντακτικό τζιβάνες ααα... αλλαξοκωλιές Βζζζζουμ Γκόρτσος! Γκόρτσος! Δρακουμέλ Ελλάδα- Αχ πατρίδα μου γλυκειά! Επίκαιρα: Ούτε που τα θυμάμαι Ευτυχισμένοι μαζί Ήταν ωραία στη Μοζαμβίκη... θου κύριε καλλιγραφία αδερφή γιαπί κάργες Καρχαρίες Κοκό κουλτούρα μας να φύγουμε Λίγο καλύτεροι από μένα... λοίμωξη Μάγια η μέλισσα καραμπουζουκλής τσόντα Μελέτη σκιάχτρο Συγγρού Μόγλης μπατανόβουρτσες μπουρμπουλήθρες Μπουτάκια Ντάμπο το ελεφαντάκι ξενΕΡΩΤΩΝ διάλογοι... Οι ηττημένοι της ιστορίας... Όταν ήμουνα παθιάρης... πηγάδι μεγιεμελέ juventus πολυμίξερ αστροφεγγιές captain-Iglo προφήτης Ηλίας φάλαινα Τσε σαμιαμίδι φουλ της ντάμας αστερίας Τις πταίει Ψώνια στο καμπαναριό