Ένα παιδί κοιτάει τ' άστρα (reload)
Γιατί βαριέται να τα μετρήσει...
11 Ιουνίου 2020, 12:45
Spring wine


Ο τύπος κάπνιζε το τσιγάρο του απερίσπαστος. Είχε και το απολιθωμένο καφεδάκι του παραδίπλα ενώ χάζευε από το παράθυρο το ειδυλλιακό τοπίο της χαλυβουργικής. Το τριήμερο της Καθαράς Δευτέρας του φαινόταν ένας ανήφορος, ποιος περιμένει αλήθεια με ανυπομονησία να φάει τουρσί με λαχανικά σε πλαστική συσκευασία που όταν τα τρως είναι σα τρως μπαλάκια του τένις ή  χταποδάκι που το τραβάς να το κόψεις να το φας και τεντώνεται σα τσιχλόφουσκα;

Σκεφτόταν πολλά κείνη την περίοδο αλλά ένας αέρας αδράνειας και μια παράξενη οσμή σπαρίλας κρατούσαν τα πράγματα όλα αποθηκευμένα στριμωχτά μέσα στο τσερβέλο του. Κι η ενέργεια του,  αυτή η τρέλλα που κουβαλούσε , είχε μουλαρώσει, κρυβόταν στο πίσω μέρος του εγκεφάλου κάνοντας πολύμηνες διακοπές και χασκογελώντας με την κατάντια του αφεντικού της.

Όμως το άξαφνο  γεγονός είναι σαν την εφορία. Σκάει εκεί που  δεν το περιμένεις, σε κάνει μια σβούρα, σε πετάει χάμω και σε μεταμορφώνει σε πατημένο χαλάκι μπάνιου. Έτσι κι ο τύπος ενώ βιώνει τα γεγονότα  με ρυθμούς παλιάς γιουγκοσλάβικης ταινίας, ξαφνικά παίρνει μεταγραφή στο χόλυγουντ.

Μια παλιά γνωριμία επανέρχεται στο προσκήνιο με δρασκελιές, κάτι σαν ξαφνικός άνεμος που σκάει ενώ είσαι στην παραλία χαλαρά και πλατσουρίζεις Ιούλιο μήνα, και σου σηκώνει την ομπρέλα και την κάνει σαν πυραυλοκίνητο f-16, σου τακτοποιεί την μπλούζα στον πέρα χωματόδρομο ενώ η μία σου παντόφλα γίνεται σημαία πάνω στο δέντρο.

-          Μου αρέσεις πάρα πολύ τύπε μου.

-          Και συ πάντα μου άρεσες τύπισσά μου.

-          Θέλω να πλατσουρίζουμε μαζί από δω και πέρα στις ήσυχες καλοκαιρινές νύχτες.

-          Αμ εγώ δε θέλω νομίζεις;

-          Θέλω να τρέχουμε στο δάσος σα χαρούμενα στρουμφάκια και να πηδάμε από θάμνο σε θάμνο.

-          Αμ εγώ δε θέλω νομίζεις;

-          Θέλω  να γίνω η γκόμενά σου, η μαμά σου, η νονά σου, η γιαγιά σου κι η θεια σου η Αμαλία.

-          Αμ εγώ δε θέλω νομίζεις; Μην τα πάρει μόνος ο θείος ο Θοδόσης, τη ζηλεύει τη θεια μου.

-          Καλά μαλάκας είσαι;

-          Είσαι φοβερή, έτσι λέει και η θεια μου το Θοδόση, και ελεεινό και τρισάθλιο, μπήκες αμέσως στο ρόλο!

-          …………

Ο έρως εξελίχτηκε με 200 χλμ την ώρα. Ξυπνούσαν και κοιμόντουσαν μαζί, ενώ όλη μέρα βρίσκονταν σε συνεχές μπίρι—μπίρι σαν τον Παναθηναϊκό με το Δήμο Αθηναίων. Μόνο γήπεδο δεν έχτισαν. Αλλά έχτισαν κάτι βαθύ εσωτερικό που δε μπορούσαν να το εντοπίσουν ακριβώς, αλλά κάθε μέρα όλο και γινόταν πιο βαθύ και πιο αληθινό, σαν το τρίτο μνημόνιο.

Ο τύπος πλέον την είχε δει λίγο αλλιώς. Άρχισε να συνέρχεται από το λήθαργο της τελευταίας περιόδου, άρχισε να γυρίζει το μάτι του και να  παίρνει στροφές. Η τρέλλα επανέρχεται στο προσκήνιο και διοργανώνει σαββατόβραδα αγάπης εικοσιπέντε ντεσιμπέλ, ενώ η καρδιά του βαράει για την τύπισσα σαν ντράμερ σε τελετή ανθρωποθυσίας των μάο-μάο.

Κι η τύπισσα όμως δεν πάει πίσω. Έχει ψαρώσει με το αχανές βλέμμα του τύπου,  τα τσιτάτα που πετούσε και μόνο ο ίδιος τα καταλάβαινε, την απειρία του σε ζητήματα μόδας καθώς ντυνόταν σαν τον χάρο που ήρθε να σε πάρει. Παράλληλα τον έτρεχε ποικιλοτρόπως σε σημείο ο τύπος ν ανοίγει υποθέσεις, ν ανανεώνεται και μέσα σε λίγο καιρό από ταινία τρόμου άρχισε να μεταμορφώνεται σε «καλημέρα Ελλάδα» με τον Γιώργο Παπαδάκη.

-          Θέλεις γενικό ρεκτιφιέ.

-          Για νεοκλασσικό στου Γκύζη με πέρασες;

-          Θέλεις αναδόμηση, έτσι δεν είσαι ούτε για το καφενείο του Φατσέα.

Η λέξη «αναδόμηση» έβγαζε κάτι πολύ πασοκικό, οπότε ο τύπος δεν ήταν δύσκολο να πέσει στη λούμπα. Ένοιωθε ότι νταραβεριζόταν με μια τύπισσα μεταξύ Σίλιας Κριθαριώτη και Βάσως Παπανδρέου, οπότε παίρνοντας ύφος και στυλ «Τσοβόλα δος τα όλα» άρχισε να αναδομείται.

Οι μέρες και οι νύχτες περνούσαν σα στιχομυθίες του Ουίλιαμ Σαίξπηρ, γρήγορα μεν, αλλά η κάθε ατάκα βιδώνεται στο μυαλό σαν να στην καρφώνει γεωτρύπανο. Φυσικά υπήρχαν τα πάνω και τα κάτω αλλά πλέον η ψυχική τους διασύνδεση είχε καλωδιωθεί τόσο που έσπαγε τα μηχανάκια της AGB. Είχανε μπει και οι δυο σε μία άλλη σφαίρα κι η καθημερινότητα της πόλης έμοιαζε σαν βόλτα του Χίουι του Λίουι και του Ντιούι στα στενά στης Λιμνούπολης.

Αλλά και η τύπισσα άρχισε να επηρεάζεται από τον τύπο καθώς το συναισθηματικό έλλειμμα άρχισε να κάνει φτερά και στη θέση του να μπαίνει ένας πακτωλός σκέψεων και ονείρων που πρωταγωνιστής ήταν  ο τύπος με το ένα χέρι να κάνει μπουρμπουλήθρες με την πορτοκαλάδα και με το άλλο να κρατάει σα ρόπαλο ένα κρουασάν σοκολάτα ενώ η τύπισσα ξαπλωμένη στα πόδια του κοιμάται σα φώκια σε παγόβουνο στο βόρειο παγωμένο ωκεανό.

Η κοινή τους ζωή είχε μόλις αρχίσει όταν η τύπισσα του στέλνει πακέτο με τη Βίκυ Χατζηβασιλείου.

-          Δεν είσαι ο άντρας των ονείρων μου, ψιλοσέρνεσαι, ο προηγούμενος ήταν καλύτερος.

Ο τύπος μένει μαλάκας, με το κρουασάν σοκολάτα στο χέρι. Η τύπισσα δεν είχε άδικο, η περίοδος της αδράνειας δεν είχε διώξει τα σημάδια της πάνω του όσο κι αν προσπαθούσε εντέχνως να τα κρύψει. Ήθελε πολλή δουλειά ο τύπος και υπομονή και συνήθως αυτή είναι μία ακριβή διαδικασία. Απ’ το να τρέχεις στο ράφτη να σου βγάζει το θερμιδομετρητή για να χαράξει πάνω σου το κοστουμάκι, πας και χτυπάς ένα από τον Ζάρα και καθάρισες. Έτσι σκέφτηκε η τύπισσα και με τεχνοκρατικό πνεύμα, του στρώνει τον αεροδιάδρομο για απογείωση.

-          Θέλω να μείνουμε φίλοι.

-          Εμένα με ρώτησες;

-          Γιατί να σε ρωτήσω; Η ζωή τα καθορίζει αυτά.

-          Η ζωή είναι σαν τη γκρίνια του προϊστάμενου, καθένας έχει τον προσωπικό του εξάψαλμο, άλλα λέει στον έναν κι άλλα λέει στον άλλον.  

-          Είσαι εγωιστής, ελεεινός και τρισάθλιος που θες έτσι να με βγάλεις απ’ τη ζωή σου!

Ο τύπος άρχισε να τσιμπιέται για τη στιγμή που έφερε όσα δεν έφερε ο χρόνος. Και τον έστειλε στο  υπουργείο μεταφορών για απόσυρση και έπρεπε να απολογηθεί γιατί δε γουστάρει από το αυτοκίνητο που αποσύρει να πάρει παραμάσχαλα μια ρόδα με σκασμένο λάστιχο πανηγυρίζοντας για το μεροκάματο που έβγαλε έστω, μέσα απ’ αυτήν την τρελλή ιστορία.  

Η τύπισσα επέστρεψε στην έτοιμη καθημερινότητά της, ενώ ο τύπος γύρισε σελίδα έχοντας όμως στην πλάτη του προσθέσει τρία τέσσερα κοσμητικά επίθετα. Εγωιστής, ελεεινός και τρισάθλιος. Ίσως τελικά όλο αυτό να τελείωσε αφού επιτέλεσε το σκοπό του. Ναι, η τύπισσα έγινε αυτό που του δήλωσε, η θεια του η Αμαλία.

3 σχόλια - Στείλε Σχόλιο
Συγγραφέας
mprizas
Γιώργος
Πετάω πέτρες
από ΝΕΟ ΦΑΛΗΡΟ


Περί Blog
blogs.musicheaven.gr/mprizas

Ζω ένα δράμα...



Tags

50 χρόνια μπροστά... Grande Bretagne Haute-culture... see through συντακτικό τζιβάνες ααα... αλλαξοκωλιές Βζζζζουμ Γκόρτσος! Γκόρτσος! Δρακουμέλ Ελλάδα- Αχ πατρίδα μου γλυκειά! Επίκαιρα: Ούτε που τα θυμάμαι Ευτυχισμένοι μαζί Ήταν ωραία στη Μοζαμβίκη... θου κύριε καλλιγραφία αδερφή γιαπί κάργες Καρχαρίες Κοκό κουλτούρα μας να φύγουμε Λίγο καλύτεροι από μένα... λοίμωξη Μάγια η μέλισσα καραμπουζουκλής τσόντα Μελέτη σκιάχτρο Συγγρού Μόγλης μπατανόβουρτσες μπουρμπουλήθρες Μπουτάκια Ντάμπο το ελεφαντάκι ξενΕΡΩΤΩΝ διάλογοι... Οι ηττημένοι της ιστορίας... Όταν ήμουνα παθιάρης... πηγάδι μεγιεμελέ juventus πολυμίξερ αστροφεγγιές captain-Iglo προφήτης Ηλίας φάλαινα Τσε σαμιαμίδι φουλ της ντάμας αστερίας Τις πταίει Ψώνια στο καμπαναριό



Επίσημοι αναγνώστες (48)
Τα παρακάτω μέλη ενημερώνονται κάθε φορά που ανανεώνεται το blogΓίνε επίσημος αναγνώστης!

Πρόσφατα...
Δημοφιλέστερα...
Αρχείο...


Φιλικά Blogs

Links