Ζητούμε αυτά που θα έπρεπε να είναι αυτονόητα σε μια δημοκρατική κοινωνία στον 21ο αιώνα.
Μια πρωτοβουλία των ιστολογίων: Αμπελοφιλοσοφίες, αναΜόρφωση-ιστολόγιο, ΔΕ ΜΑΣΑΜΕ ΡΕ, Ελεύθερος Σκοπευτής, Ιστολόγιον, ΚΑΙ βλέπω ΚΑΙ ακούω ΚΑΙ μιλάω, Καλτσόβρακο, Λαπούτα, Λευκός Θόρυβος, λ:ηρ, Μαργαριταρένια, Με Νταούλια και Ζουρνάδες, Στέφανος Ν. Παπανώτας, το χέρι, Ψιλικατζού, ANARRIMA, Digital Era, divaynne, doncat, eidisis-sxolia, Fairy Smoke, fastbackwards, Gravity & the Wind, GreekUniversityReform, Non-Linear Complexity, Nylon, oraelladas, RealityTape, taparaponasas stoMIXER, vrypan|net|weblog, We are not alone, gazakas Πάρτε μέρος στην πρωτοβουλία μας. tags: polydoras | meme: a6edf8bc8e7a7ed85215abe9b94bbc7a
<a href="http://www.sync.gr/claim/vqOZDPHpxcEd" rel="sync"></a>
Ξύπνησα πριν μισή ώρα από τις καμτσικιές της βροχής πάνω στους τσίγκους του πάρκινγκ της πολυκατοικίας. Και παρά την ευχάριστη σύμπτωση να παίζει την ώρα εκείνη ο υπολογιστής την Ανοιξιάτικη Βροχούλα αυτή έμοιαζε περισσότερο με φθινοπωρινό πρωτοβρόχι ή καλοκαιρινή μπόρα.
Ακόμα βρέχει. Κι εγώ εθισμένος στην αναζήτηση συμβόλων και στη δημιουργία μεταφορών, δεν μπορώ να αντιληφθώ μονάχα ένα φυσικό φαινόμενο που έρχεται σε μια διψασμένη γη, που θα γεμίσει τους μισοάδειους ταμιευτήρες, που θα ξεπλύνει απ' τους δρόμους την σκόνη που νόμισε ότι την είχε καλέσει ένας βιαστικός Ιούλης. Να, το κάνω ήδη...
Ακούω τη βροχή, τη βλέπω, ανοίγω το παράθυρο να τη μυρίσω, να την αγγίξω και να τη γευτώ και πλάθω μικρές ιστορίες με υλικά τις σταγόνες της και στίχους από τραγούδια. Τραγούδια που την πήραν στα χέρια τους για να φτιάξουν υγρές βαρκούλες για τα αυτιά μας. Πέφτει μια βροχή, και κάποιες στιγμές σκέφτομαι πώς είναι αρρωστιάρα και κίτρινη σαν κάτι φόβους κι ενοχές που κρύβω στις δίπλες της ψυχής μου, ενώ άλλες φορές αναρωτιέμαι μαζί με μια βελούδινη ανάμνηση μήπως τούτη η βροχή έπεφτε όλη νύχτα παρέα με την πίκρα όσων περιμένουν στο σκοτάδι.
Πάλι βρέχει. Κι η βροχή στροβιλίζει στο νου μου φέρνοντας διαρκώς νέες εικόνες, νέους νερόλακκους, νέες ιστορίες. Η βροχή σαν λύτρωση, η βροχή σαν κάτι που ξεπλένει και φανερώνει την αλήθεια, η βροχή που κρύβει τον ήλιο, η βροχή σαν θεϊκά δάκρυα που ξέφυγαν από ουράνια μάτια. Ψάχνω μέσα σ' αυτές τις βρόχινες εικόνες που μου στέλνουν τα τραγούδια στο νου για να βρω μια που να μου κάνει και να τη βάλω συνοδεία στις σκέψεις μου. Ακόμα τίποτα: άλλες είναι στο περίπου, άλλες με ταξιδεύουν τελείως αλλού. Ίσως πάλι χρησιμοποιώ μια λάθος λέξη-κλειδί ή η σύνδεσή μου να είναι αργή...
Για να δούμε...Βρέχει πάλι απόψε στα σοκάκια...με τίποτα -πολύ ρετρό...Κι αν χιονίζει και αν βρέχει τ' αγριολούλουδο αντέχει...όχι, πολύ ανασφάλεια βγάζει αυτή η βεβαιότητα...Κάθε φορά που θα 'ρθεις βρέχει...Καλό, ιδίως αν έρχεται κιόλας ο άλλος...Βρέχει στη φτωχογειτονιά, βρέχει και στην καρδιά μου...εντάξει το δεύτερο, αλλά το πρώτο μας τελείωσε...Απόψε μύρισε βροχή, χειμώνας μπαίνει στην ψυχή...μπα, ούτε βράδυ είναι τώρα ούτε χειμωνιάζει η ψυχή μου...
Το βρήκα! Μα ήταν ολοφάνερο γιατί δεν μπορούσα να βρω κάτι που να ταιριάζει στη βροχή: την έβλεπα ως τώρα σαν κάτι ξένο, σαν κάτι έξω από μένα, απέναντί μου. Αυτό το "μου" δεν έπρεπε να είναι απέναντί της αλλά δίπλα της. Βροχή μου...Αυτό είναι! Να με πνίγει και να την πίνω, να με δροσίζει και να με λασπώνει, να με σκεπάζει με τις σταγόνες κι εγώ να τυλίγομαι με φύλλα -όχι δέντρων, αλλά χαρτιού- για να τη νιώσω μέσα μου...
Μερικοί άνθρωποι μοιάζουν με ήλιους, άλλοι με φεγγάρια, κάποιοι με αέρηδες και ελάχιστοι με χιόνι. Είμαι τυχερός που έχω τη δική μου, προσωπική βροχή -απρόβλεπτη, υγρή, βουρκωμένη, ανοιξιάτική ή φθινοπωρινή, άλλες φορές να με δροσίζει και άλλες να με πνίγει, την βροχή μου.
Σ' ευχαριστώ που με βρέχεις...
Ήρθες βροχή μου κι άλλαξες
το δρόμο και το νου
και βούλιαξε το βήμα μου ποτάμι
κι άθελά μου με τραβάς αλλού
3 σχόλια - Στείλε ΣχόλιοΚείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Β΄Λυκείου - Υπερρεαλισμός! Πώς να τον καταλάβουν 16χρονα που δεν διαβάζουν λογοτεχνία παρά ελάχιστα; Το παίδεψα λίγο στο μυαλό μου και σκέφτηκα να τους βάλω να παίξουν με 8 λέξεις και τη φαντασία τους. Μοναδική οδηγία: "Αφήστε ελεύθερο το νου σας". Τα αποτελέσματα με εξέπληξαν! Ορίστε τι ψάρια έπιασα (τα κείμενα των παιδιών είναι στρογγυλεμένα και χτενισμένα από μένα, αλλά φρόντισα να μείνω όσο πιο κοντά μπορούσα σ' αυτό που είχαν γράψει αρχικά):
"ήλιος, αγάπη, ποτήρι, νερό, λουλούδι, πίνακας, βάρκα, δρόμος"
Δύσβατος ο δρόμος για το νερό
Κι ο ήλιος μαύρος κι άραχνος θαρρείς πως είναι
Μα τα λουλούδια τρέφονται απ’ αυτόν
σαν τα μωρά απ’ τη μάνα
που με αγάπη μεγαλώνουν,
μεγαλώνουν μέχρι κάποιος να τα φυτέψει
αιώνια στη μάνα γη.
Όμως η βάρκα παραμένει πάντα εκεί,
σα χέρι βοηθείας,
σαν το ποτήρι της λύτρωσης
γι’ αυτούς που μόνο φθαρμένους πίνακες
θυμούνται στη ζωή τους.
Κάποτε θα γευτούν και τούτοι το νερό.
Οι ακτίνες του ήλιου με σκεπάζουν με αγάπη
Βλέπω τον πίνακα
και νιώθω να ταξιδεύω σε μια βάρκα
Περπατώ στο δρόμο
πίνοντας λουλούδια
και βλέποντας το όμορφο νερό.
Χωρίς αγάπη δεν ξημερώνει
Στου ήλιου το φανέρωμα όμως
όλα ταιριάζουν με αρμονία
Οι βιαστικοί δρόμοι γεμίζουν με ανθρώπους
πυκνοί σαν κάμποι με λουλούδια
Σαν κοπάδι κυνηγημένο από κάτι
Οι εικόνες σμίγουν όμοια με βάρκα
που παλεύει να ανέβει στην επιφάνεια ενός πίνακα
Και όταν όλα τελειώσουν
αρκεί ένα ποτήρι νερό
για να πλυθούν ο πόνος και η θλίψη.
Ένα λουλούδι στο χειμώνα
Λίγο νερό στην έρημο
Ο ήλιος πάνω απ’ τη βροχή.
Η καρδιά μου βάρκα καταμεσής του πέλαγου
Το μυαλό μπρος σε δρόμους
κι η ζωή μου σε έναν πίνακα.
Το ποτήρι μου άδειασε.
Αδέσποτο σκυλί η αγάπη.
Όπως το νερό ξεχειλίζει το ποτήρι
Όπως η βάρκα χαράζει το δρόμο της
στολίζοντας χρυσό φως τα κύματα
Όπως το λουλούδι ανθίζει αβοήθητο
-φταίει η τόση αγάπη-
έτσι κι εγώ, ήλιε μου,
γίνομαι πινέλο
του πίνακά σου.
Ο ήλιος με σκεπάζει σαν ζεστή αγάπη
ταξιδεύοντας με βάρκα στον πίνακα της αίθουσας
Ζητούσα ένα ποτήρι νερό
κρύο σαν ξημέρωμα
σε ξένο δρόμο
γεμάτο πέτρινα λουλούδια.
Ο πίνακας καθαρός και διαυγής
κάτω από τον λάμποντα ήλιο
Ο δρόμος μακρύς
ακόμα και για ένα ποτήρι νερό
Η βάρκα άστατη
σα γυναικείο χαμόγελο
Όμως η αγάπη περίσσευε
από τα ανθισμένα λουλούδια.
Λίγο νερό κι ένα ποτήρι ήλιος
και το λουλούδι ανθίζει
Έτσι κι ο άνθρωπος
χαράζει το δρόμο του
με μια βάρκα που επιπλέει
πάνω στους πίνακές του.
Ο ήλιος λάμπει στα δόντια
μιας γριάς
κι ένα ποτήρι νερό κρύβεται μέσα της
Ένα λουλούδι σε έναν πίνακα
λουσμένο με αγάπη
όπως τα ανοιξιάτικα τραγούδια
Ψάρια στη βάρκα
δώρο στα χείλια των ψαράδων
Κυλάει ο δρόμος
ξεχνώντας πίσω να κοιτάξει.
Ο ήλιος της ζωής είναι η αγάπη
που σβήνει κάθε μέρα στο νερό
Ο δρόμος της ζωής
είναι γεμάτος πίνακες
Είμαστε βάρκες που ταξιδεύουν
σε ένα ποτήρι
με λουλούδια στον πάτο.
Κάθε πρωί ξυπνάς με τις αχτίδες του ήλιου
Νιώθεις πως μεγαλώνεις
λουλούδι που δεν το χωρά πια το νερό στο ποτήρι του
Θα δεις μπροστά ένα από τα επόμενα αύριο
μια βάρκα σταθμευμένη στη μέση του δρόμου
ωραία σαν πίνακας που τον ζωγράφισε η αγάπη.
Σαν τον ήλιο η αγάπη μου για σένα
θα σου φέγγει το δρόμο σαν πας στα ξένα
Σαν το λουλούδι ο έρωτάς μας
τον ζωγραφίζω στον πίνακά μου κοιτάζοντάς μας
Φεύγεις τώρα μακριά από μένα
σαν τη βάρκα στ’ ανοιχτά
Το νερό κυλάει στα χαμένα
το ποτήρι σπάζει μ’ ουρλιαχτά.
Μια βάρκα δεμένη στο ποτάμι
Κρύσταλλο ο ήλιος πάνω στα νερά
Ακριβώς δίπλα οι οσμές των λουλουδιών
Μήπως μια παλιά μου αγάπη
είχε φτιάξει ετούτο τον πίνακα;
Η αγάπη κλειδωμένη
δεν είναι σχοινί που σώζει ορειβάτη
δεν είναι ποτήρι νερό σε διψασμένο διαβάτη
δεν είναι λουλούδι να το μυρίσεις
ούτε βαλσαμοβότανο να πας να το πουλήσεις
Ο ήλιος που φυλάς κρυφά
δεν είναι κλειδί για καρδιές
δεν είναι βάρκα για πυρωμένες ελπίδες
δεν είναι δρόμος δεν είναι μάχη
μονάχα μύρο ν’ αλειφτείς.
Μια ζωγραφιά κι ένα τοπίο
μια βάρκα με αγκαλιασμένα χέρια
κοιτά τον δύοντα ήλιο
βάφοντας με το χρώμα της το νερό
Χιλιάδες λουλούδια κυκλώνουν τη λίμνη
και νομίζεις πώς το άρωμά τους ρέει προς εσένα
Ήταν η αγάπη
όμορφη σαν ένα ποτήρι κρασί
και ο μόνος δρόμος να την δεις περνάει από μέσα σου
Ο ήλιος φωτίζει το δρόμο και πάλι
Η βάρκα σχίζει ξανά τα νερά
Ο πίνακας ζωγραφίζει λουλούδια
Η αγάπη νερό σε ποτήρι
γεμίζει τον κόσμο
Βάρκα η ζωή σε ποτήρι νερό
Μικρός ο δρόμος της
Όπως τα λουλούδια διψούν για φως
κι αυτή ζητά αγάπη
Πίνακας η ζωή
άδειος χωρίς αγάπη
Πυρκαγιά η λάμψη του ήλιου
για όλα τα λουλούδια
Το νερό αφήνει βαριεστημένα τα χείλη
του ποτηριού
Κατεστραμμένη βάρκα ο πίνακας
η αγάπη τριγυρνά μονάχη στους δρόμους
Λάμπει λουλούδι ήλιος
σαν αγάπη πετάει στους δρόμους
Το ποτήρι μισόάδειο με νερό
θυμίζει θάλασσα σε άδειο πίνακα
Βάρκα που σβήνει πίσω της
τη ζωή.
9 σχόλια - Στείλε Σχόλιο
Δε θα ζητήσω συγγνώμη που γεννήθηκα. Είναι καλό να το επαναλαμβάνω μέχρι να το πιστέψω. Δεν μπορώ να τα ξέρω όλα. Το σίγουρο είναι ότι θα πληρώσω όσο κι αν κοστίσει. Αυτά τα πράγματα βέβαια πρέπει να τα βάζει κανείς στη ναφθαλίνη. Αλλά δε μου αρέσει να ανακατεύομαι στη ζωή των άλλων. Προχώρα μπροστά. Ακόμα κι αν τρικλίζεις. Είναι ευθύνη, δεν ξέρω αν με καταλαβαίνετε. ’μα κάνουμε υπομονή, δεν μπορεί να μας νικήσει κανείς.
Το έχω δει κάπου αυτό το πρόσωπο, ξέρετε. Στους ανθρώπους αρέσει να αλλάζουν. Αλλά αυτό δεν ήταν τελείως σωστό. Οι περισσότεροι φοβούνται μήπως γίνουν θύματα ενός μέτριου ταξιδιού από τη φτώχεια στο τίποτα. Η άλλη όψη της σελήνης. Ο Νότος δεν υπάρχει. Μην παίρνεις αυτή την έκφραση. Α, βέβαια, δε σας σύστησα: αυτός εδώ καίει βιβλία. Πρέπει να ζει και να κοιμάται μπροστά στον καθρέφτη.
Εκείνη ήταν πολύ όμορφη. Και όμως... Εξακολουθούσε να έχει ένα ξανθό χαμόγελο στα χείλη της, που ήταν φτιαγμένα στο μέγεθος του μπιμπερό. Έβρεχε, κι έτσι έψαξε το ράντισμα των λέξεων. Βγήκε στο δρόμο. Δεν ήταν αυτή. Είναι επικίνδυνη; Είναι ερώτηση αυτό ή κατάφαση; Δε θα αργήσει πολύ. Έμεινε γυμνή, σαν να ξεπρόβαλε από τη θάλασσα της νύχτας. -Έχεις ανθρώπινα μάτια σαν τα δικά του. Μη με αφήσεις να πνιγώ, του είπε.
Ένας άνθρωπος άμα θέλει να εξαφανιστεί, εξαφανίζεται. Δεν υποφέρω για τους απογόνους μου. Φρίττω στην πιθανότητα να μη μπορείς πια να απολαύσεις τη ζωή. Σας παρατηρώ. Δεν μπορείς να είσαι κάθε μέρα μεθυσμένος. Η μεγάλη κούραση προαναγγέλει το μεγάλο ενθουσιασμό. Αφήστε τον να κοιμηθεί. Εγώ ξέρω πού ήταν. Κανείς δε θα με πάει πια στο Νότο.
Πριν αναρωτηθείτε αν έγραψα το παραπάνω κείμενο υπό την επήρεια ουσιών ή με χειροκροτήσετε για όσα γράφω, οφείλω να πω ότι ολόκληρο το κείμενο είναι ένα κολάζ φράσεων που προέρχονται από μια ανάποδη (από τη σελίδα 192 και προς την αρχή) ανάγνωση του βιβλίου του Manuel Vazquez Montalban (Μανουέλ Βάθκεθ Μονταλμπάν), "Οι Θάλασσες του Νότου".
3 σχόλια - Στείλε Σχόλιο