Σελίδες ημερολογίου 08.12.2009
Διέσχιζα την Πλάκα με τα πόδια.
Πριν από εκεί, ήμουν στην Ομόνοια. Πήγα σε δύο μαγαζιά της Σταδίου να αγοράσω συγκεκριμένα πράγματα. Μόλις βγαίνω από το δεύτερο, να' σου η διαδήλωση ακριβώς απέναντι, να μπαίνει στη Σταδίου και να κατευθύνεται προς Σύνταγμα. "Ελευθερώστε τους συλληφθέντες" το πρώτο πανό. Τα συνθήματα: οι γνωστές ύβρεις και κάτι υπέρ του ΕΑΜ, αν κατάλαβα καλά... Ανάμεσα στους λιγοστούς με λοστό στο χέρι, μαντήλι μπροστά στο στόμα και ορμή στις κινήσεις, χοροπηδώντας καθώς φώναζε, ήταν... ένα παιδί. Από τη σωματική του διάπλαση, δε θα έλεγα ότι είναι πάνω απο 10-11! Τόσο μικρό φαινόταν! Υποθέτω ότι ήταν μεγαλύτερο κι όχι επαρκώς ανεπτυγμένο ακόμα. Σίγουρο πάντως είναι ότι ήταν παιδί. Ένα πολύ πολύ θυμωμένο παιδί...
Εκατέρωθεν της πορείας, αστυνομικοί αρματωμένοι σαν αστακοί, να προστατεύουν τα πεζοδρόμια (τον κόσμο, δηλ. που τυχαία ήταν εκεί, και τα καταστήματα από το ... σπάσιμο). Παρατηρούσα κάποιους από αυτούς (ένας-δυο ήταν αρκετά εύσωμοι και κινούνταν με δυσκολία μέσα στην ολόσωμη πράσινη στολή) κι αναρωτιόμουν πώς να αισθάνονταν. Υπέθεσα ότι δεν είχαν την επιλογή να μη βρίσκονται εκεί εκείνη την ώρα κι ότι θα ένιωθαν, ίσως, κάποιο φόβο. Κι αστραπιαία έκανα μία σύνδεση με την "Ψυχή Βαθιά" του Βούλγαρη.
Ο κόσμος που ήταν στην αγορά έφευγε, σχεδόν πανικόβλητος, μόλις τους έβλεπε - υπήρχαν, βέβαια και κάποιοι, λιγότεροι, όπως εγώ, που στάθηκαν και τους παρατηρούσαν. Εγώ δεν έμεινα από τόλμη. Στάθηκα αφενός από περιέργεια, αφετέρου, γιατί αποφάσισα ότι αρνούμαι να νιώσω απειλημένη σε μία βόλτα μου στο κέντρο της πόλης, την οποία είχα ανάγκη να κάνω (και γιατί είχα ένα κεφάλι καζάνι και γιατί έπρεπε να αγοράσω απαραίτητα πράγματα κι εκείνη η μία ώρα ήταν η μοναδική μου ευκαιρία). Εγώ έκανα βόλτα, εκείνοι έκαναν διαδήλωση. Ούτε τους πείραζα ούτε (ήθελα να εκμαιεύσω ως αντίδραση), θα με πείραζαν. Μία συμφωνία "κυριών" αμοιβαίου σεβασμού.
Στην Ερμού όλα κυλούσαν κανονικά, ως να μην ήξερε κανείς ότι από πίσω έρχεται διαδήλωση. Κι είχε χθες βράδυ αυτήν την πολύ γλυκιά ατμόσφαιρα που λατρεύω στην Αθήνα. Με τα πόδια θα επέστρεφα σπίτι, σαφώς.
Και να'μαι να διασχίζω την Πλάκα. Εκεί κάποια στιγμή καταλαβαίνω ότι με κοιτάει έντονα ένας διερχόμενος, ο οποίος τυγχάνει και ωραίος (κι ενώ που και που ακούω λογάκια στο δρόμο, σπανιότατα εώς ποτέ προέρχονται από ωραίους άνδρες). Χαμηλώνω σεμνά τα μάτια και συνεχίζω να περπατώ. Τη στιγμή που διασταυρωνόμαστε, μου λέει την ατάκα: Πώς πάει το τρομπόνι; Εεεεεε; Συνέχισα κανονικά την πορεία μου, όπως κάνω πάντα. Αλλά εκεί που πήγα να χαρώ ότι εισέπραξα ακόμα ένα "καμάκι", άρχισα να σκέφτομαι τι ήθελε να πει ο "ωραίος". Όρεξη που είχα να σκέφτομαι βραδιατικά...
Όπως ένας φοιτητής το πρωί που, απαντώντας στο αίτημά μου να σκεφτούν όσα είπαμε και να απαντήσουν κάποια πρακτικά μόνοι τους (δηλ. να μην τους πως τις απαντήσεις εγώ, - αυτονόητο), είπε το φοβερό: "Μα μη μας βάζετε να σκεφτόμαστε"...
ΥΓ. Όση ώρα γράφω κι επεξεργάζομαι κι άλλο τη φοβερή ατάκα (του τρομπονιού, όχι της άρνησης σκέψης) :), μάλλον καταλαβαίνω τι εννοούσε. Τι βλάκας! Δεν μπορούσε να το πει πιο κομψά;
ΥΓ.2 Ψιλοάσχετο με το "καμάκι" του δρόμου, αλλά κάτι που σκέφτομαι πολύ τελευταία: Από τη στιγμή που μία γυναίκα, λόγω της συμπεριφοράς ενός άνδρα, φτάσει να τον αποκαλέσει, έστω και μία φορά, βλάκα, (μ@...κα ή οποιοδήποτε άλλο αντίστοιχο "ευγενές" κοσμητικό επίθετο), δεν αξίζει να ασχοληθεί μαζί του άλλη φορά.
12 σχόλια - Στείλε Σχόλιο
Αγάπη Έρωτας Ζωή Αγαπημένα Σχέσεις Προσωπική αλήθεια Μητέρα Βασικές αρχές Σινεμά Ποίηση Ψυχολογία Φιλοσοφία της καθημερινότητας Σελίδες ημερολογίου Το τέλος της ιδιωτικότητας Καταναλωτής (ο) ενημερωμένος Μουσική Ορθογραφία Προσωπική αληθεια