Καρρέ Φιξ
Στημένα φιξ καρρέ του σινεμά φαντάζουν όλα...
29 Αυγούστου 2008, 13:32
Χειμωνανθός;
Καρρέ Φιξ  

Χέρια μου αδειανά- oh Lord. Τα άνοιξα κι όλα έπεσαν στο πάτωμα- δεν θέλω να τα σηκώσω, μη μου μιλάτε άλλο γι' αυτά. Σηκώνω τα βλέφαρα χαράματα κι ακούω έξω πως φυσάει πολύ. Δεν ανάβω φως, φοβάμαι μην κοπάσει ο αέρας και χάσω την ευκαιρία του φθινοπώρου. Αυτό το φθινόπωρο...κάποτε υπήρξε βάσανο. Άλλες χρονιές πληγή και άλλες βάλσαμο. Φέτος είναι η χρονιά του βάλσαμου. Το περίμενα πώς και πώς γιατί ξέρω πως είναι ο τελάλης του χειμώνα. Πως σε λίγο καιρό ένας χειμώνας θα ζυγώσει, με την Αθήνα κουκουλωμένη σε μαύρα παλτά και κασκόλ της μόδας, με ζεστούς καφέδες και ουίσκι ον δι ροκς, με συνάχια και χαρτομάντιλα ταλαιπωρημένα στα τραπέζια, με πικραμένα αποτσίγαρα κι αξύριστα πιγούνια. Σήκωσα λοιπόν τα βλέφαρα και χτύπησα τον πρώτο του ζεστό καφέ. Ανατρίχιασμα του νου και της ψυχής, όχι ανάγκη μα σαν τάση για λυτρωμό αυτή η επιθυμία. Θυμάμαι ένα πρωί κάπου στην Αθήνα να περπατάω στις μύτες των ποδιών μέχρι την κουζίνα για να ετοιμάσω τον πιο όμορφο αχνιστό καφέ με πολλή ζάχαρη και καθόλου γάλα κι άλλον ένα που δεκάρα δεν έδινα για το πώς θα βγει. Και η Αθήνα μες στο νέφος και η ζωή μες στο δικό της. Και η ψυχή δυο βήματα πιο κει με χαμηλωμένα τα δικά της βλέφαρα. Τι όνειρο να έβλεπε; Ο καφές θα την ξυπνούσε σαν την πιο γλυκιά ψυχή του κόσμου. Η καλή μου Δανάη έγραψε και ο Γιάννης τραγούδησε σπαρακτικά με την κιθάρα "Δεν ζητάω δική μου να' σαι θέλω μόνο να σε δω". Και ποιος τον χέζει τον ερωτευμένο όταν μιλάμε για άνθρωπο. Θέλω άνθρωπο. Σίγουρα, άνθρωπο.

Επιστρέφω στη σιωπή του δωματίου και στην γαλήνη του καφέ. Τελειώνει και το μελάνι. Αν έχεις τα κότσια πάρε με μαζί σου. Αλλιώς μην με ζαλίζεις με τα παλιοκαλοκαίρια σου. Καλημέρα.

*Ένα κείμενο απ' τα παλιά.
Ξέρεις εσύ.

9 σχόλια - Στείλε Σχόλιο
27 Αυγούστου 2008, 14:25
Cigarettes
Κλεμμένα  

Σε μια γκαρσονιέρα κάπου στην Αθήνα , εκεί που έβγαλες σιωπηλά μπροστά του τα ρούχα σου και έστειλες οριστικά την αθωότητα ταξίδι για δουλειές . Ο λεκές της στο εργένικο κατωσέντονο έκαιγε πούστικα κατακόκκινος σαν την κάφτρα στα δαχτυλά σου και δεν έσβησε ούτε το βράδυ , χωμένη στο κρεβάτι της μαμάς, εφτά χρονών δήθεν, φορώντας πυτζάμες με αυτοκινητάκια.

"Εκτός από αυτούς που αγαπάμε πρέπει να προστατέψουμε και όσους μας αγαπούν" άντεξες μόνο να πεις και το στομάχι σου γέμισε με εκείνη την αίσθηση του κορεσμού αποχέτευσης. Πριν φτάσεις στο σπίτι άναψες τσιγάρο και μαζί με την κάπνα του, κατάπιες αμετάκλειτα το αγαπημένο σάλιο που χοροπήδαγε αχνιστό ακόμα πάνω στα χείλη σου.

Απουσία είναι οι αμέτρητες μικρές παρουσίες, που δεν έχουν αρκετή δύναμη να προφέρουν ένα όνομα, σκέφτηκες καθώς στο βάθος του συρταριού της τα τσιγάρα της, τα δικά της ξεχασμένα τσιγάρα σε περίμεναν έναν ολόκληρο χρόνο μετά από το άδειο εκείνο Σάββατο με τα σταματημένα του ρολόγια. Τρία τον αριθμό, τα κάπνισες σχεδόν τελετουργικά, με τον καπνό μπαγιάτικο και αιχμηρό να κατακάθεται στην πληγή του οισοφάγου για όλο το υπόλοιπο της ζωής σου και να την ξύνει να την ξύνει να την ξύνει.

"Κι ούτε που θα σε ξαναδώ" σου είπε μέσα στο στόμα ψιθυριστά και η φωνή σου δεν είχε ήχο κανένα, δακρύζοντας δήθεν από τον καπνό . Τα δαχτυλά σου τυλίχτικαν γύρω από ένα σκληρό αμερικάνικο και η γλώσσα σου γύρω από την δική του, ανταποδίδοντας τον ψιθυρισμό.Την υπόλοιπη τελευταία νύχτα σου άναβε τα τσιγάρα, μόνο και μόνο για τα ελάχιστα κλάσματα του δευτερολέπτου που έβλεπε στην λάμψη του αναπτήρα τα μάτια σου.

Έφτα μήνες και δύο βδομάδες ακόμα , σου είπε χαμογελώντας ο άγνωστος κύριος που είχε σπουδάσει να ψάχνει σε γυναικεία σκέλια αν υπάρχουν μωρά.
Στον δερμάτινο καναπέ ένα αγχωμένο τελευταίο στριφτό σε καλωσόρισε στην πρώτη ναυτία. Ένιωσες το ασχημάτιστο ανθρωπάκι να αναδιπλώνεται και να ασφυχτιά μέσα σου. Κουλουριάστηκες γύρω του να κοιμηθείτε με το χέρι σου ξύπνιο για πάντα πάνω στην κοιλιά σου.

Το όστρακό μου πονάει μαμά της είπες και για πρώτη φορά μετά από χρόνια κάθησε πλάι σου , πάλι χωρίς να ανταλλάξετε χέρια , παρά ένα κατοστάρι από το καινούργιο της πακέτο και λίγη από την δική σου φωνή . Εντάξει, αλλά πως γίνεται οι λέξεις «δύο βότκα πορτοκάλι» να διπλασιάζουν την μοναξιά μου; Έφερες τα χέρια στο πρόσωπο κι αν γύρισε να σε κοιτάξει για τελευταία φορά, σίγουρα ήταν εκείνη τη στιγμή.

Το άναψες πριν ξεκινήσεις να κατεβαίνεις τρέχοντας την σκάλα. Η πρώτη τζούρα στο κεφαλόσκαλο και η δεύτερη 5-6 σκαλοπάτια πιο κάτω.
Τώρα μ’αγαπάς! Τώρα που δεν με έχεις, έκλαιγες σιωπηλά δέκα λεπτά πριν, την ώρα που υπέγραφες το μεγάλο χάρτινο «χώρια» σε εκείνο το παλιό γραφείο με τους πράσινους ρουστίκ δερμάτινοι καναπέδες και τα παλιομοδίτικα κάδρα.

Πότε πηδήχτηκες τελευταία φορά, σε ρώτησε και χώθηκε μέσα σου. Έξω απ' το ξενοδοχείο φωνές, σαν πλήθος συγκεντρωμένο, η ένταση μιας τηλεόρασης, οι ξεφτισμένες πετσέτες , μια πόρτα που ακόμα προλάβαινε να οδηγήσει σε κάποιο άλλο σκηνικό πιο φωτισμένο και μια δυνατή καταιγίδα. Στο τέλος του fake οργασμού σου, ντύθηκες βιαστικά και βγήκες στο δρόμο. Έκανες όσο τσιγάρο προλάβαινες πριν σβήσει και αποφάσισες την λέξη που θα χτυπούσες ακριβώς στο κέντρο της πλάτης σου. Δεν με νοιάζει.Και στο χέρι. Δεν με νοιάζει. Και στην κοιλιά. Δεν με νοιάζει.

Το ανάβεις κάθε φορά. Και σχεδόν κάθε φορά ποτέ δεν το καπνίζεις. Για να στραγγίξεις τα τραγούδια χρειάζεσαι όλα τα δάχτυλα. Για να εξουθενώσεις την μουσική, να την στείλεις για ύπνο. Για να σκεφτείς τα τσιγάρα σου. Για να πεις την αλήθεια. Για να μπορείς να την διηγηθείς με μια ανάσα.  

 

To κείμενο είναι κλεμμένο από το Χνούδι.

4 σχόλια - Στείλε Σχόλιο
22 Αυγούστου 2008, 13:11
Σε τρεις πτυχές
Κλεμμένα  

I
Aγγελοπρόσωπος; Και ποιος; Εδώ δεν έχει μείνει
μήτε του ονείρου ανάμνηση μήτε της μάχης σκέψη.
Μόνο μια θλίψη άγρια στην πορνική την κλίνη
τον Έρωτα στοχάζεται – μα ποιος να το πιστέψει…
Ένα κορμί σακάτικο, μια στερεμένη κρήνη
και μια πικρή – πικρότατη – στα χείλη επάνω γέψη…

II
Θειάφι ανεβαίνει απ’ την ψυχή κι από τη σάρκα κνίσα,
ο αναπαμός περίγελως, εχθρός είν’ η γαλήνη
- αχνογελάει στους ύπνους της γυμνή η κλέφτρα κίσσα,
ξέροντας· μέσα στης στιγμής την απεραντοσύνη
κορμιά που αυτός αγάπησε με κείνην γίναν ίσα - …

III
Η άναρχη συστρέφεται στα σπλάχνα του οδύνη·
κι ας θέλησε, κι ας πάλεψε με δύναμη περίσσα,
μονάχα ετούτ’ η αρσενική η θλίψη τού ‘χει μείνει·
κι αυτό το πλέον σκοτεινό – του Πρίαπου η λύσσα.


*Θεοδόσης Βολκώφ

Δίπλα η Λένα Πλάτωνος μελοποιεί
και η Σαββίνα Γιαννάτου ερμηνεύει
το "Βράδι" του Κώστα Καρυωτάκη. 

2 σχόλια - Στείλε Σχόλιο
20 Αυγούστου 2008, 12:20
Χθεσινοβραδινή εμμονή
Καρρέ Φιξ  

video 

Το χέρι πήγαινε σιγά στο στόμα.
Μεθούσε ο θάνατος, μεθάς κι εσύ.
Κι εγώ ένα σπίρτο στης νύχτας το κουτί.

4 σχόλια - Στείλε Σχόλιο
15 Αυγούστου 2008, 14:52
Μπορείτε;
Καρρέ Φιξ  

Την πρώτη φορά που το άκουσα, εστίασα την προσοχή μου γιατί οι φωνές ήταν του Τριφώνου. Την δεύτερη φορά, σαφώς πιο ενημερωμένος, εστίασα γιατί ήξερα πως οι στίχοι είναι της Λίνας. Έκτοτε αλλάζω σταθμό με την πρώτη νότα ή (ακόμα χειρότερα) με την αναγγελία και τις συστάσεις. Ακόμα και αν η εκπομπή είναι της Όλγας Λασκαράτου (Μελωδία 99.2). Τρίτη φορά δεν υπήρξε. Μπορείτε παρακαλώ να μου πείτε τι είναι αυτό που σας ενθουσιάζει στο εν λόγω τραγούδι; Γιατί όσο κι αν έψαξα δεν κατάφερα να βρω κάτι να με κρατήσει. Τι κι αν τα ονόματα εγγυήθηκαν το αποτέλεσμα από τα δελτία τύπου. Μπορείτε;

Εδώ οι στίχοι για να έχουμε μια εικόνα.


Να μ’ αγαπάς

Να μ’ αγαπάς, να σταθούμε εδώ σε μια γωνιά
Να κοιταχτούμε λες κι ειν’ γιορτή, πρωτοχρονιά
Να με κρατάς αγκαλιά σφιχτά γιατί μου πήρε πολλά το εφτά
εκτός κι αν είπα εγώ το έλα σ' όλα αυτά

Μακάρι να ‘ναι η καρδιά μου ρόδι τυχερό
να στο χαρίσω να στάζει αγάπη ένα σωρό
Στα μαξιλάρια και στο χαλί να ξεχαστώ να μου λες πολύ
Κι ας κάνει ο φόβος κι άλλη τρύπα στο νερό

Να περπατάμε χέρι-χέρι ως το πρωί
Του τραμ οι ράγες κάτι ξέρουν δεν μπορεί
Τα χρόνια φεύγουν, γοργά περνούν και μ’ αναμνήσεις μετά γυρνούν
Μικρά τα ονόματα που όλα τα χωρούν

Να μ’ αγαπάς με τα λάθη μου όλα στη σειρά
Στο σινεμά στο κορμί μου κόλλα τρυφερά
Δεν ειν’ ο κόσμος ιδανικός, για το ταξίδι είναι δανεικός
Για να ‘χει όνειρα να κάνει ο ενικός.

Να μου μιλάς μεσημέρι, βράδυ και πρωί
Στα ξαφνικά, στο μικρό μπλακ άουτ της Δ.Ε.Η.
Και μέχρι να ‘ρθει ξανά το φως, αυτός ο λόγος ο πιο κρυφός
θα δει ν’ ανοίγουμε μια πόρτα στη ζωή

Να μ’ αγαπάς εαυτέ μου σ’ έψαχνα παντού
Κι ενώ ενοχές κι αντοχές μου ‘δίναν ραντεβού
απ’ τα ακριβά μου στα πιο φθηνά κι απ’ τη φωλιά μου στο πουθενά
συναντηθήκαμε στη μέση του καιρού

Να μ’ αγαπάς, να σταθούμε εδώ σε μια γωνιά
Να κοιταχτούμε λες κι ειν’ γιορτή, πρωτοχρονιά
Να μου μιλάς σιγανά στ’ αυτί γιατί ακούνε την νύχτα αυτή
παλιά μου όνειρα που χρόνια είχαν κρυφτεί

 

Μουσική:  Carlos Libedinsky
Στίχοι: Λίνα Νικολακοπούλου

 

(σ.σ: ο μόνος στίχος που με συγκινεί είναι μαρκαρισμένος)

Το ακούμε ΕΔΩ.

11 σχόλια - Στείλε Σχόλιο
13 Αυγούστου 2008, 17:29
On air...
Σχέδια & εικασίες  

Ένα φορμάτ, λίγες ώρες για μεταφορά αρχείων, downloads, κάμποσες δοκιμές off the record…

Λέω να επιστρέψω δοκιμαστικά.

Κάθε Δευτέρα μεσάνυχτα ακούμε τα τραγούδια που μας αρέσουν μέσα από το Radio MusicHeaven, με την διάθεση που αφήσαμε στη μέση πριν από λίγους μήνες.

7 σχόλια - Στείλε Σχόλιο
09 Αυγούστου 2008, 00:50
Αέρηδες
Καρρέ Φιξ  

Νύχτα προχωρημένη. Πάρκινγκ τυχερό στην Ερμού. Και τώρα; Ταράτσα να βλέπει Ακρόπολη, μαργαρίτα λεμόνι, κρασί ερυθρό ξηρό. Ένα χαμόγελο, ως λεν οι ποιητές,  πινελιά στο δεξί μέρος των χειλιών. Κόσμος που μιλά σχεδόν ψιθυριστά- πώς το κάνουν; Μ’ αρέσει εδώ. Πότε ανοίξανε τα μάτια σου; Σωστά, φταίει το ημίφως. Πάλι η Ακρόπολη χαϊδεύει την καρδιά. «Ω σκοτεινό ανατρίχιασμα στη ρίζα και στα φύλλα να 'σουν εσύ που θα 'φερνες την ξεχασμένη αυγή…» μπερδεύονται οι στίχοι. Σου αρέσει η Μάρω Δούκα; Ξέχασα να σε ρωτήσω. Μια πλωτή πόλη και η δική μας, κάποτε με πιάνει ναυτία. Μα δεν θα ξεμπαρκάρω, είναι νωρίς. Πότε θα βαρεθώ τη νυχτερινή Αθήνα βουτηγμένη ως το λαιμό στο κατακαλόκαιρο; Αύγουστος χωρίς αστέρια- ας είναι. Περπατάμε; Λατρεύεις το περπάτημα. Μπορείς να μου ζωγραφίσεις τη διαδρομή που περπατάμε στο ταβάνι του σπιτιού; Όλη. Άβολα τραγούδια παραδίπλα ξεκαρδίζουν στα γέλια δυο παρέες. Κι εμείς ακόμα μία- τρεις. Το καφέ «Νεφέλη» ένα φάντασμα κι αυτό. Οδός Αρετούσας με τα δέντρα και τα κλήματα σαν σε παραμύθι. Πέφτουν τα φώτα, πεζόδρομοι στην Πλάκα. Τα μαγαζιά κλειστά. Δυο άντρες κάθονται στην μέση του πουθενά και συζητούν για τα δικά τους πουθενά. Μια γάτα περπατά στα κεραμίδια. Τρεις άστεγοι μες στο σκοτάδι μάς αλλάζουν την πορεία χωρίς να μιλήσουν ή να φταίνε. Οι «Αέρηδες» φυσάνε τα κενά που αφήσαμε όλα αυτά τα χρόνια και τα κάνουν να φαίνονται αγνότερα- κι άλλο; Σου λέω για τα τραγούδια που δεν ξόρκισα ποτέ και λες για τα δικά σου. Κι ύστερα; Οδός Πανδρόσου με τα εμπορικά κλειστά. Κύκλοι και χορευτικά. Σκιές και παιχνιδίσματα σαν του νερού. Και στο μυαλό εκείνο το μαγικό soundtrack απ’ τα φτηνά τσιγάρα του Ρένου να παίζει στο repeat από την αρχή μέχρι το τέλος, να ανακατεύεται και να κερνά. Ωστόσο στο podcast θα προτιμήσω τη Φλέρυ. Κάποια πράγματα, κάποιες στιγμές, σε κάποια μέρη, σε συγκινούν μόνο και μόνο για τους συμβολισμούς που κουβαλούν. Αν έχουν και κάτι παραπάνω, τα ερωτεύεσαι. Αν.

4 σχόλια - Στείλε Σχόλιο
05 Αυγούστου 2008, 18:11
Θέλω
Γλυκό του κουταλιού  

Τετάρτη 6/8 - Πέμπτη 7/8, ώρες 21.00 & 23.00
Η ΝΥΧΤΑ ΚΑΙ Η ΠΟΛΗ /NIGHT AND THE CITY, 1950, Βρετανία, 101’

Σκηνοθεσία: Jules Dassin
Πρωταγωνιστούν: Richard Widmark, Gene Tierney

Μια από τις σημαντικότερες ταινίες του σκηνοθέτη πριν την ελληνική του περίοδο, γυρισμένη στο Λονδίνο, όπου συνδυάζει αριστουργηματικά δύο στυλ κινηματογράφησης:το φωτισμό του εξπρεσιονισμού και τη φωτογραφία του φιλμ νουάρ. Παράλληλα, Μια ενδιαφέρουσα ιστορία τυφλής φιλοδοξίας, χαμένων ονείρων και λανθασμένων εκτιμήσεων. Το προσωπικό δράμα όλως αυτών των ανθρώπων που νομίζουν ότι είναι πιο ικανοί από τους άλλους, που υπερεκτιμούν τον εαυτό τους και δεν βλέπουν την απύθμενη μοναξιά τους. Ο πρωταγωνιστής τρέχει για να σωθεί και ταυτόχρονα θέλει να  πιάσει την καλή χωρίς να τον ενδιαφέρει ο τρόπος, αρκεί να πετύχει. Προσπαθεί να εκμεταλλευτεί τους άλλους κυρίως όμως  την κοπέλα του. Το βασικό του σχέδιο όμως είναι να πάρει τον έλεγχο του υπόκοσμου, από το Γκριγκόριους, παλαίμαχο παλαιστή. Όταν εκείνος πεθαίνει, θα αποκαλυφθεί το σχέδιο του μέσα από μία φευγαλέα ματιά της κόλασης. Οι «καλές δουλειές» γίνονται νύχτα, σ’ ένα καφκικό περιβάλλον.

***

Θερινό σινεμά. Πορτοκαλάδα χωρίς ανθρακικό. Μπορεί και ποπ κορν. Γιασεμί παίζει; Ζακετάκι λευκό ριγμένο στους ώμους, άρωμα δροσερό απ' το λαιμό και μαλλιά πιασμένα ψηλά. Όπως άλλοτε. Χρώμα μελαχρινό και μάτια καστανά. Πέρασαν χρόνια μα μη σε μέλλει. Εδώ είμαστε και πάλι.

Θέλω

6 σχόλια - Στείλε Σχόλιο
03 Αυγούστου 2008, 20:06
Μαύρο
Καρρέ Φιξ  

.

2 σχόλια - Στείλε Σχόλιο
Συγγραφέας
aiolos_m
Χρήστος A. Μιχαήλ
Αιθεροβάμων
από Σαλαμίνα


Περί Blog
blogs.musicheaven.gr/aiolos_m

Κομμάτια της ζωής ξεκολλημένα, καθαρισμένα κι εκτεθειμένα σε βιτρίνα δίχως τζάμι. Όποιος θέλει απλώνει το χέρι και παίρνει.

Tags

Γλυκό του κουταλιού Εμμονές Καρρέ Φιξ Κλεμμένα Μνημορραγίες Σχέδια & εικασίες



Επίσημοι αναγνώστες (13)
Τα παρακάτω μέλη ενημερώνονται κάθε φορά που ανανεώνεται το blogΓίνε επίσημος αναγνώστης!

Πρόσφατα...
Δημοφιλέστερα...
Αρχείο...


Φιλικά Blogs

Links
Photo courtesy of Sotiris Kouvopoulos - www.cadu.gr
Template design by Jorge