Ο σκοπός του κάθε Έλληνα είναι να διοριστεί στο Δημόσιο, τώρα αν κάνει και οικογένεια, παιδιά ή κερδίσει το Νόμπελ Λογοτεχνίας είναι πάρεργο, πρώτα απ’όλα οφείλει απέναντι στην κοινωνία, τον εαυτό του και το σύμπαν ολάκερο, να διοριστεί.
Σε αυτόν τον τομέα η οικογένεια μου παλαιόθεν το έπιασε το νόημα της ζωής και μόλις εφευρέθηκε το Ελληνικό Δημόσιο κάθε μέλος θεώρησε σκοπό της ζωής του, πώς το έλεγε και ο Βουτσάς; "…το θέμα είναι να τρουπώσω, αμα τρουπώσω...δεν με κουνάει κανείς".
Και αν τρύπωσαμε λέει; Στα τεφτέρια του ένδοξου σογιού μου έχουμε πιάσει όλα τα πιθανά και απίθανα πόστα, ας πούμε θέλεις ένστολα σώματα; Έχουμε από χωροφύλακες σκέτους (σαν μια σκέτη από γκιουβέτσι ένα πράγμα) έως στρατηγούς με χρυσά σιρίτια, εκπαίδευση; Από δασκάλους έως καθηγητάδες στο Πανεπιστήμιο, Υπουργεία; Από κλητήρες έως και Τμηματάρχες Α΄(στο τσακ χάσαμε και μια γενική γραμματεία και όχι δε μιλάω για το Υπουργείο Πολιτισμού), Δήμους; Από διεφθαρμένους έως πολύ διεφθαρμένους κτλ.
Τελευταίος (και μάλλον πιο αδύναμος) κρίκος σε αυτή την μακραίωνη αλυσίδα είμαι εγώ, άρτι διορισθείς και έχοντας κατακτήσει το ελληνικό Έβερεστ και την απόλυτη ονείρωξη της μονιμότητας.
Λοιπόν έχοντας σερφάρει αρκετές ώρες στο διαδίκτυο και συμμετάσχει σε σχετικά φόρουμ, μπορώ να συνοψίσω την κατάσταση διορισμού στο Δημόσιο με την δουλειά στον ιδιωτικό τομέα, με τον εξής αντιθετικό πίνακα Δημοσίου vs Ιδιωτικού.
Ας ξεκινήσουμε με το Δημόσιο,
• Λίγα λεφτά / Σταθερά και αξιοπρεπή λεφτά και καλύτερα από πολλές δουλειές στον ιδιωτικό τομέα
• Έλλειψη δημιουργικότητας / Εξαιρετικό έως και λουφατζίδικο ωράριο εργασίας
• Περιορισμένες δυνατότητες εξέλιξης / Σίγουρη εξέλιξη
Ας πάμε τώρα και στο Ιδιωτικό τομέα,
• Πολλά τα λεφτά (Άρη) / Ναι αλλά για λίγους
• Δημιουργική και αποδοτική εργασία / Εξοντωτικό ή καλύτερα ανύπαρκτο ωράριο
• Μεγάλες δυνατότητες εξέλιξης / Μεγάλες δυνατότητες απόλυσης
• Ανεξαρτησία, είσαι το αφεντικό του εαυτού σου (όταν έχεις δικό σου μαγαζί) / Ανασφάλεια καθώς άμα την πατήσεις είσαι σαν την καλαμιά στον κάμπο
Και άλλα πολλά θα μπορούσα να γράψω αλλά πιστεύω ότι αυτά είναι τα βασικά. Εγώ πιστεύω πως γενικά είναι θέμα ιδιοσυγκρασίας, ωστόσο δεδομένου ότι η εργασιακή ασφάλεια, τα λίγα αλλά σταθερά λεφτά και η αίσθηση του ανήκειν είναι και αυτά στην τελική, που κάνουν πολλούς Έλληνες να αναζητούν εκεί αποκούμπι. Κρατάω από ένα φόρουμ το εξής «εγώ θέλω όταν επιστρέφω σπίτι μου από τη δουλειά, ο ήλιος να λάμπει ακόμα».
Εντάξει τώρα θα μπορούσα να το παίξω υπεράνω και καλά να έλεγα τα (κατά βάση σωστά), ότι δηλαδή είναι αντιπαραγωγικό μια χώρα να θέλει να γίνει δημόσια (αν και γίνεται με την μεταφορά της λέξης), δεν είναι δυνατόν ο ιδιωτικός τομέας να λυώνει για να ζεί τους χαραμοφάηδες δημοσίους υπαλλήλους και η μαγκιά είναι να κάνεις κάτι έξω στον αληθινό κόσμο της αγοράς και όχι στο θερμοκήπιο του Δημοσίου…
Τα πιστεύω αυτά; Ναι αλλά με τι μούτρα να τα πω τώρα που διορίστηκα. Απλά χαίρομαι που πάω να δουλέψω σε τομέα που σπούδασα, γουστάρω και μ’αρέσει που όταν θα γυρνάω σπίτι μου ο ήλιος θα λάμπει ακόμα, όσο για τα λεφτά, δε βαριέσαι λίγα αλλά σταθερά μου αρκούν, για τα παραπάνω ας είναι καλά το καζίνο.
Ας κλείσω και με 3 ποιητικές-μουσικές αναφορές στο συνάφι μου (πια), με πρώτο τον διασημότερο αυτόχειρα δημόσιο υπάλληλο τον Καρυωτάκη στο πικρό και αντιπροσωπευτικό:
Οι υπάλληλοι όλοι λιώνουν και τελειώνουν σαν στήλες δύο δύο μες στα γραφεία.
(Ηλεκτρολόγοι θα’ναι η Πολιτεία κι ο Θάνατος, που τους ανανεώνουν.)
Κάθονται στις καρέκλες, μουτζουρώνουν αθώα λευκά χαρτιά, χωρίς αιτία.
«Συν τη παρούση αλληλογραφία έχομεν την τιμήν» διαβεβαιώνουν.
Και μοναχά η τιμή τούς απομένει, όταν ανηφορίζουνε τους δρόμους,
το βράδυ στις οκτώ, σαν κουρνιασμένοι.
Παίρνουν κάστανα, σκέπτονται νόμους, σκέπτονται το συνάλλαγμα,
τους ώμους σηκώνοντας οι υπάλληλοι οι καημένοι.
Αμαν αδερφάκι ψυχοπλάκωμα, θα μου πεις έτσι τα έζησε, έτσι τα έγραψε, μακάρι να έχουν αλλάξει έστω και λίγο.
Δεύτερος που τα χώνει με άλλο στυλ βέβαια είναι ο Παυλάρας ο Σιδηρόπουλος στο εξαιρετικό τραγούδι αλλά και βιντεάκι:
video | |
Αυτό αν και πιο χαβαλετζίδικο από του Καρυωτάκη, στην ουσία είναι πιο θλιβερό για όσους βρήκανε εκεί χάμου μια δουλίτσα και νομίζουνε ότι πιάσανε τον ταύρο απ’τα κέρατα και χάνουνε μέσα από τη ρουτίνα το νόημα της ζωής.
Και όπως λέγανε και τα συντρόφια, ας κάνουμε την αυτοκριτική μας, δίνοντας βάση στον Παυλάρα, οπότε έχουμε και λέμε, Τα 3 και 80; Τα’πιασα/ γκόμενα χαζή; Δεν έχω τώρα αλλά είχα παλιά οπότε μέσα και σ’αυτό/ Μοιάζω με τσόντα; Δε μπορώ να πω αλλά μπορεί κιόλας/ Σοβαρό παιδί με αφεντικού μουσούδα; Ελπίζω όχι/ Απ’τις 7 να ντύνομαι στην πένα για να μπώ στου ταύρου την αρένα; Πολύ φοβάμαι πως ναι αλλά πώς να το αποφύγω;/ Μοιάζω με μούμια αιγυπτιακή, με μαραμένο φύλλο; Μούμια δεν με έχει πει κανείς είναι η αλήθεια, όσο για μαραμένο φύλλο τσου/ Τέλος και για αυτοεξιλεωθώ πάντα βρίσκω χρόνο για πιοτί, ξημέρωμα και κιθάρα, όλα κι όλα όσο για τις ανωμαλάρες χμμ, παρεξηγημένη η λέξη, που επειδή δε με συμφέρει κάνω τουμπεκί. Η σούμα; Το τραγούδι αυτό θέλω δε θέλω με εκφράζει σε πολλά και αυτό είναι η αλήθεια, πάλι θέλω δε θέλω.
Και για να ελαφρύνουμε λίγο, όταν τα ημισκούμπρια λέγανε ακόμη έξυπνα και αστεία:
Ο επόμενος, τι θέλετε, μιλήστε κύριέ μου! Δείξτε μου ταυτότητα, πού μένετε, στην Kρέμου; Κουφός είσαι παππού, τι ανοίγεις τη μασέλα; Θέλεις και μετάφρα απ' τη Νατάσσα Συρεγγέλα;
Εν πάσει περιπτώσει, φέρε το χαρτομάνι! Θέλω και απόδειξη από το Δεληολάνη! Ότι το κάρο του παππού είναι το δικό σου! Θέλω και υπογραφή απ' τον συμπέθερό σου! Τι; Έχει πεθάνει; Σκάψε να τον βρεις! Αλλιώς το πιστοποιητικό δεν πρόκειται να δεις!
Μίλα κυρά μου, μ' έσκασες, τι θέλεις, μια σφραγίδα; Ε ρε πού μπλέξαμε με τούτη δω τη γίδα! Πηγαίνετε απέναντι, δίπλα απ' τον καταψύκτη! Θα βρείτε του ταμία το tales from the κρύπτη! Φέρτε το μαζί σας να σας δώκω υπογράφα! Και με την ευκαιρία γεμίστε την καράφα!
Ποιο ζώο έχει σειρά; Εσύ είσαι πιτσιρίκο; Στο λέω άλλη μια φορά πριν φάω τα φοφίκο: Πάρε αυτή την αίτηση για να τη συμπληρώσεις! Τι ώρα είναι, μία, δεν προλαβαίνεις να τη δώσεις! Αύριο οκτώ με δέκα θα δούμε τι θα γίνει!
Οπ, έφτασε η ώρα που τρώω μανταρίνι! Κλειστά βλέπεις τρώω, τι χτυπάτε το τζαμάκι! Δίπλα! Δίπλα! Στον κύριο Μισθουλάκη! Δε θέλω κάτσε-σήκω, ανέβα και κατέβα! Γιατί τα ξύνω μόνιμα, δημόσιο forevah! Αφού η μονιμότητα κυλάει μες στη φλέβα! Γι' αυτό τα ξύνω μόνιμα, δημόσιο forevah!
Κύριε Τρεισκιεξήντογλου, τον στέλνετε σε μένα; Δεν βλέπετε που έχω χέρια φρεσκοπλυμένα; Λιμάρω το νυχάκι μου, να μπλέκω με μελάνια; Στείλτονα στον τρίτο, στην κυρία Τάνια! Έχει ημιαργία; Φτου σου ρε γαμώτο! Κι έχω να συμπληρώσω και το καινούριο ΛΟΤΤΟ! Τέλος πάντων, φέρτε το βιβλιάριο! Έχετε καμία σχέση με τη Σάσα Ντάριο; Με τη Ροζίτα Σώκου; Το Γιώργο Κατσαρό; Όχι; Πάει η ευκαιρία! Φύγετε από δω! Τι θέλετε και είστε η ενόχλα του ωτού; Δεν βλέπετε ότι πράττω τη στάση του λωτού;
Ε ρε κάτι άτομα, κάθε μέρα μάχη! Σου ζητάν τα πάντα και σου σπάνε το στομάχι! Μάθε πέντε πράγματα να ξέρεις κι άντε γεια σου! Εμένα θα με πρήζεις για δουλειά δικιά σου; Πρώτα στο πρωτόκολλο, μετά για το χαρτόσημο! Μετά έλα να φιλήσεις της παντόφλας το οικόσημο! Πάρτε υπογραφή απ' τον κύριο Προϊστάμε! Περιμένει και η κυρά στο σπίτι για να φάμε!
Από δω δεν με κουνάνε ούτε τα κομάντα! Γιατί τα ξύνω μόνιμα, δημόσιο για πάντα! Δε θέλω κάτσε-σήκω, ανέβα και κατέβα! Γιατί τα ξύνω μόνιμα, δημόσιο forevah! Αφού η μονιμότητα κυλάει μες στη φλέβα! Γι' αυτό τα ξύνω μόνιμα, δημόσιο forevah!
Γεια σου ρε Νεοέλληνα με τα κόμπλεξ, τις νευρώσεις και τις ονειρώξεις και επειδή και εγώ είμαι αντιπροσωπευτικός του είδους, γεια σου εαυτέ μου με τα κόμπλεξ, τις νευρώσεις και τις ονειρώξεις σου.
Πάντως μη νομίζετε το έχω φιλοσοφήσει το πράγμα, κατά βάθος για όλα φταίει η Τουρκοκρατία.
15 σχόλια - Στείλε Σχόλιο