Οι ψίθυροι των πεθαμένων ονείρων
Μουσικολογο(α)τεχνία
11 Απριλίου 2024, 15:17
Η Εποχή του Μαρασμού
Ποίημα  στίχοι  

Το παρακάτω ποίημα το έγραψα τον Σεπτέμβριο του 2020, ανάμεσα στις δύο καραντίνες και επηρεασμένος από την αρνητική ατμόσφαιρα της εποχής και από μία ιστορία [όχι δικιά μου] ενός φλερτ, μίας σχεδόν σχέσης, που όμως έμεινε στη μέση...

Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΜΑΡΑΣΜΟΥ

Δάκρυα μύρια ποτίζανε το πρόσωπό της
στην εποχή του μαρασμού
κι ένας ούριος άνεμος φύσηξε στ’ όνειρό της
στ’ αγέρι τ’ αποχωρισμού

Πυγολαμπίδες στήνουνε τριγύρω της χορό
και το φεγγάρι έμοιαζε μπροστά της πιο θολό.
Μεσάνυχτα το πλοίο μου σαλπάρει μακριά
για να της ρίξει άγκυρα βαθιά μες στην καρδιά

Ανάψανε στα μάτια της δυο δάκρυα κεριά
στη ρότα του καλοκαιριού
Μα ξάφνου άνοιξε στο άγνωστο πανιά
κι έγινε αστέρι τ’ ουρανού
στην εποχή του μαρασμού.

Χρόνια πολλά αργότερα, χρόνια πολλά μετά,
βρέθηκε ένα όνειρο στη θάλασσα βαθιά
δεμένο σε μια άγκυρα από το Μαλιμπού
μ’ ένα φιλί απ’ την εποχή του μαρασμού.

- Στείλε Σχόλιο
17 Φεβρουαρίου 2024, 05:59
Η Μπαλάντα της Μοναξιάς
Στίχοι  

Το παρακάτω "πόνημα" το έγραψα τον μακρινό Αύγουστο του 1998. Ήμουν στη μέση μιας περίεργης κατάστασης. Τρεις μήνες νωρίτερα είχα χάσει τον πατέρα μου και μόλις είχα πάρει την απόφαση να φύγω από την Ελλάδα, κάτι που έκανα τελικά τέσσερις μήνες αργότερα. Όλα τα άφηνα πίσω. Με εγκατέλειπαν και τα εγκατέλειπα... Και κυρίως μία σχέση που δεν μπορούσα να "χωνέψω" ότι είχε τελειώσει...

Η ΜΠΑΛΑΝΤΑ ΤΗΣ ΜΟΝΑΞΙΑΣ

Τριγύρω οι δρόμοι ερημώνουν, πέφτει σιωπή
σ’ αυτή την πόλη που τυλίγει το σκοτάδι
Κι εγώ σου ζητάω να έρθεις ένα βράδυ
κι ας είσαι όνειρο...

Οι μέρες φεύγουν κι οι χειμώνες με προσπερνούν
Μετρώ τον χρόνο με ποτά και με τσιγάρα
κι εγώ σου ζητάω να στείλεις ένα γράμμα
κι ας είναι φιλικό...

Τρίζουν οι πόρτες και τα παράθυρα κλειστά
όλα τα χρόνια σκονισμένα στο τραπέζι
κι εγώ ζητάω το ραδιόφωνο να παίζει
ένα ερωτικό...

Κλείνω τα μάτια, με πληγώνει η μουσική
που μου θυμίζει τα όσα έζησα μαζί σου
κι εγώ ζητάω μονάχα το φιλί σου
κι ας είναι το στερνό... κι ας είναι το στερνό...

3 σχόλια - Στείλε Σχόλιο
05 Ιανουαρίου 2024, 06:19
Τ' Αδέλφι Τ' Ουρανού
Στίχοι  

Τ’ ΑΔΕΛΦΙ Τ’ ΟΥΡΑΝΟΥ

Θα γεννηθώ σε μια στιγμή
του ταραγμένου ονείρου.
Θα γίνω αδέλφι τ’ ουρανού,
της θάλασσας, του ήλιου.

Νανούρισμα το θρόισμα
της αύρας και του δάσους,
ψυχή θα έχω αστραφτερή
και μια καρδιά του πάθους.

Ζωή θα έχω ονειρική
να τραγουδούν τ’ αηδόνια
και τα φτερά του κόνδορα
για να πετώ αιώνια

Κι αν είναι όλα ψεύτικα
και μία ουτοπία
θα σβήσω στον ωκεανό
σαν μια φωτογραφία

Και τότε θ’ αναγεννηθώ
σε μια ρωγμή του ονείρου.
Θα γίνω αδέλφι τ’ ουρανού,
της θάλασσας, του ήλιου.

2 σχόλια - Στείλε Σχόλιο
25 Νοεμβρίου 2023, 07:57
Συγχαρητήρια εκεί που αξίζουν


Την Τετάρτη 22/11/2023, πραγματοποιήθηκε η παρουσίαση του βιβλίου του Θανάση Γιώγλου "Σταύρος Κουγιουμτζής: Άσε με πάλι να σου πω...".
Μίλησαν η Αιμιλία Κουγιουμτζή, ο Γιώργος Νταλάρας, ο Γιώργος Ανδρέου, ακούσαμε τραγούδια του Κουγιουμτζή από τον Γεράσιμο Ανδρεάτο και όχι μόνο, αλλά αυτό που έχει περισσότερη σημασία είναι το ίδιο το βιβλίο που περιέχει έναν θησαυρό πληροφοριών χάρη στο μεράκι του συγγραφέα που αφιέρωσε πολλά χρόνια για τη συλλογή όλων αυτών των στοιχείων.
Προσωπικά, από τη μεριά μου, χαίρομαι που έβαλα ένα μικρό λιθαράκι σ' αυτό και τον ευχαριστώ πολύ.
Στη φωτογραφία φαίνεται ένα απόσπασμα από συνέντευξη στο MusicHeaven. Το MusicHeaven αναφέρεται δύο φορές τουλάχιστον στο βιβλίο (ακόμα δεν το διάβασα όλο). Σε μία τόσο σημαντική κατάθεση ψυχής από τον Θανάση Γιώγλου και για έναν τόσο σημαντικό συνθέτη, οποιαδήποτε αναφορά -σε μένα ή στο MusicHeaven δεν έχει σημασία- είναι παράσημο, είναι καταξίωση, ιδιαίτερα λαμβάνοντας υπόψη ότι αυτή η πολύχρονη έρευνα και συλλογή στοιχείων και πληροφοριών είναι υπερπολύτιμη για την καταγραφή της ιστορίας του ελληνικού τραγουδιού, για την οποία -δυστυχώς- δεν είμαστε και πολλοί στον χώρο.
Του το είπα και του ίδιου, ότι μακάρι να υπήρχανε πολλοί σαν αυτόν που να είχανε το ίδιο μεράκι.
Συγχαρητήρια, λοιπόν, και καλοτάξιδο!

3 σχόλια - Στείλε Σχόλιο
11 Νοεμβρίου 2023, 08:51
Η Νεράιδα


Το παρακάτω "πόνημα" -ποίημα ή στίχο, πείτε το όπως θέλετε- το έγραψα τον Σεπτέμβριο του 1994. Δεν βρισκόμουν και στην καλύτερη ψυχολογική κατάσταση τότε, ωστόσο βγήκε σαν μια νότα αισιοδοξίας που μάλλον την είχα ανάγκη. Χωρίς να είμαι σίγουρος, άλλωστε περάσανε και 30 χρόνια από τότε, όμως έχω την εντύπωση ότι κάποιοι στίχοι βασίστηκαν σε μία ιστορία που είχα διαβάσει στα "Κλασσικά Εικονογραφημένα".
Τώρα φαντάζομαι ήδη τον Freddy Krueger να μου απαντάει ότι δεν υπάρχουν νεράιδες παρά μόνο Σκύλες, Χάρυβδες, Χίμαιρες, Λερναίες Ύδρες κ.λπ. :-) Η αλήθεια είναι ότι γνώρισα πολλές από αυτές αλλά, ευτυχώς, γνώρισα και μερικές από τις πρώτες. Δεν είναι, λοιπόν, μια φαντασία, μια οπτασία, αλλά πρέπει να έχεις ελπίδα, υπομονή και να είσαι και τυχερός. Σαν να κερδίζεις τον πρώτο αριθμό του λαχείου... Βέβαια, υπάρχουν κι αυτές που εμφανίζονται σαν νεράιδες και στην πορεία μετατρέπονται σε σαρκοβόρα όντα κάτι σαν Γκρέμλινς με ανθρώπινη μορφή. Κάπως έτσι την είχα πατήσει κι εγώ, μέχρι που συνάντησα μία πραγματική νεράιδα. Εγώ με ξεσκισμένες σάρκες κι εκείνη με τα μεγάλα της φτερά...

Η ΝΕΡΑΙΔΑ

Διπλώνουνε οι άνεμοι τα μεγάλα τους φτερά
τα μολυβένια της τα πέπλα διπλώνει κι η νυχτιά
Καθώς την πλάση γύρω μου κοιτώ με θαυμασμό
διακρίνω καταγάλανο πλατύ τον ουρανό

Και σ’ ένα ποτάμι βλέπω, σε μια πηγούλα,
να ξαπλώνεις εσύ νεράιδα γλυκιά
στις δροσερές τις όχθες καθώς κοιμάσαι
μοιάζεις να είσαι αρχαία θεά

Και στην καρδιά σου μέσα την κοραλλένια
έχω βρει της αγάπης το φως
η αγκαλιά σου πόλη παραμυθένια
μοιάζει να είναι σμαραγδένιος βυθός

Από ένα βράχο ξεπηδά πηγούλα ασημένια
που στο νερό της χύνονται ρυάκια κρυσταλλένια
Το Αιγαίο σε ραντίζει μενεξέδες, γιασεμιά
και τη μαύρη νύχτα διώχνει απ’ τη γαλάζια σου χαρά

4 σχόλια - Στείλε Σχόλιο
07 Οκτωβρίου 2023, 06:16
Η Πτώση Των Ασύνετων (The Fall Of The Unwise)


Το έγραψα τον Μάιο του 2023 και αφορά τον εθισμό στη χαρτοπαιξία, ένα θέμα που παρόλο που δεν έχει να κάνει με προσωπικό βίωμα (δεν παίζω καν χαρτιά) ωστόσο ως θέμα το βρήκα ενδιαφέρον όταν το μελέτησα για άλλους λόγους. Στην τραγουδοποιία με το ίδιο θέμα ασχολήθηκαν οι Steely Dan, ο Alan Parsons, οι Motorhead και άλλοι.
Οι τρεις στροφές είναι γραμμένες σε τρίτο πρόσωπο, σε αντίθεση με το χορωδιακό μέρος που είναι γραμμένο σε δεύτερο πρόσωπο και που απευθύνεται άμεσα στον εθισμένο. Η πρώτη στροφή τοποθετεί τους χαρτοπαίκτες στον χώρο και είναι η εισαγωγή για αυτό που θα ακολουθήσει. Στη δεύτερη στροφή, το παιχνίδι έχει ξεκινήσει και ο παίκτες βυθίζονται όλο και περισσότερο σ' αυτό. Στην τρίτη στροφή δίνω -επίτηδες- διττή έννοια. Μιλάει για τον εθισμό και για την επιλογή του παίκτη είτε να αφεθεί σε αυτόν είτε να τον καταπολεμήσει. Ο σκυφτός προσκυνητής, λοιπόν, μπορεί να είναι είτε ο ίδιος ο εθισμός (ή ακόμα κι ένας δανειστής) που χτυπάει τον παίκτη/θύμα που είναι ανήμπορος να τον αντιμετωπίσει, είτε η "αποτοξίνωση" που καταπολεμά τον εθισμό... Δεν είναι τυχαίο που η τρίτη αυτή στροφή στην ουσία δικαιώνει το τέλος της δεύτερης στροφής ("η παγίδα του φονιά").

Η ΠΤΩΣΗ ΤΩΝ ΑΣΥΝΕΤΩΝ (The Fall Of The Unwise)

Πρόσωπα αγέλαστα μ’ αλυσίδες λαμπερές
μένουνε ανέκφραστα σε τροχιές κυκλωτικές.
Λένε η ζωή πως κάτι τους χρωστάει
μα κάθε τους στιγμή την πλάτη τούς γυρνάει

Το παιχνίδι ποτέ δεν τελειώνει
και περιμένεις ένα φύλλο να φανεί
χάρτινο τ’ όνειρο σε κόβει, σε ματώνει
και ξαναρχίζεις πάλι απ’ την αρχή

Υπάρχει ένα σημάδι κάπου μέσα στην ψυχή
εκεί δεν ξεχωρίζεις το σκοτάδι απ’ την αυγή
και σε παραμονεύουν οι πιστοί του Βασιλιά,
ντάμες, γελωτοποιοί κι η παγίδα του φονιά

Το παιχνίδι ποτέ δεν τελειώνει
και περιμένεις ένα φύλλο να φανεί…

Ο σκυφτός προσκυνητής αναζητά ένα ιερό
και μπαίνει ταπεινά στον καθεδρικό ναό.
Κρατάει προταγμένο έναν ξύλινο σταυρό
και κρύβει ένα στιλέτο να καρφώσει το κακό.

3 σχόλια - Στείλε Σχόλιο
04 Σεπτεμβρίου 2023, 04:25
Η σιωπή μου κι εγώ


Η ΣΙΩΠΗ ΜΟΥ ΚΙ ΕΓΩ

Ακούω τα γέλια των παιδιών
μα μέσα μου φοβάμαι
πέφτω στο μαύρο των βυθών
κι όλα γύρω μου σκορπάνε

Μπορώ ν’ ακούσω τη φωνή
μέσα απ’ τον δικό μου τοίχο
που για βοήθεια καλεί
μα κρύβομαι απ’ τον ήχο

Και ζούμε μόνοι στο κενό
η σιωπή μου κι εγώ

Ακούω στην πόρτα ένα κλειδί
που ανοίγει την ψυχή μου
θέλει να βγάλει μια κραυγή
μα την πνίγει η σιωπή μου

Παίρνω βαθιά αναπνοή
κι ένα λάθος θα διορθώσω.
Δίνω ένα μου φιλί
στον εαυτό μου πριν προδώσω

Και ζούμε μόνοι στο κενό
η σιωπή μου κι εγώ...

1 σχόλια - Στείλε Σχόλιο
12 Ιουλίου 2023, 05:56
Η Φωτογραφία (Του Νηρέα Νύμφη)


Τους παρακάτω στίχους, τους έγραψα τον Αύγουστο του 1994. Μόλις είχα χωρίσει τότε με την κοπέλα με την οποία ήμουν τρελά ερωτευμένος και συνέλαβα τον εαυτό μου να χαϊδεύει μια φωτογραφία της (την έχω ακόμα). Ενώ ο κόσμος απολάμβανε το καλοκαίρι και τον ήλιο, εγώ πάλευα με τη θλίψη μου... Και κάπως έτσι ήρθε η έμπνευση για τη "Φωτογραφία"...

Η ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ (Του Νηρέα Νύμφη)

Δεν είσαι πια κοντά μου
είσαι μία οπτασία
Χαϊδεύω τα μαλλιά σου
πάνω στη φωτογραφία

Νιώθω τώρα να σ’ αγγίζω
στην αγκαλιά μου σε κρατώ
τ’ όνομά σου συλλαβίζω
σαν να είσαι τώρα εδώ

Με τα χρώματα που βγαίνουν
από την φωτογραφία
φέρνω πίσω την μορφή σου
σούρουπο στην παραλία.
Με τα χρώματα που βγαίνουν
ζωγραφίζω παραμύθι
ήλιο το χαμόγελό σου
να ‘σαι του Νηρέα νύμφη.

Χαράζω τ’ όνομά σου
στη χρυσή την αμμουδιά
για να μάθουνε τι νιώθω
και τα σύννεφα ψηλά

Τα μάτια μου ανοίγω
δεν είσαι πια εδώ,
μόνο η φωτογραφία
που ξεθωριάζει με τον καιρό...

3 σχόλια - Στείλε Σχόλιο
05 Ιουνίου 2023, 06:17
Ηλιαχτίδα


Το παρακάτω ποιηματάκι το έγραψα τον Μάρτιο του 2008, αλλά -να πω την αλήθεια- δεν θυμάμαι τι "πυροδότησε" την έμπνευση. Θυμάμαι μόνο ότι είχα ήδη στο μυαλό μου να χρησιμοποιήσω την έκφραση "ο θησαυρός του Μίδα" για να συμβολίσω το μέγεθος της αγάπης και το πόσο πολύτιμη είναι, και έψαχνα κάποιον τρόπο να το περάσω στους στίχους. Νομίζω ότι όλο το υπόλοιπο "χτίστηκε" γύρω από αυτήν την ιδέα. Τίτλος: "Ηλιαχτίδα".

ΗΛΙΑΧΤΙΔΑ

Στα όνειρά σου θα ‘ρχομαι σαν το κύμα
την ομορφιά σου να θωρώ.
Να γίνομαι σκιά σε κάθε σου βήμα,
την αύρα σου για να φορώ.

Στο χρυσοστόλιστο λαιμό σου θα γλιστρήσω
να κρεμαστώ σαν φυλαχτό.
Την μοναξιά σου να ανθίσω
σαν της βροχούλας το νερό.

Στο παραθύρι σου θα ‘ρθω σαν ηλιαχτίδα
και θα σε πάρω αγκαλιά,
να δεις τον θησαυρό του Μίδα
που ‘χω για σένα στην καρδιά.

1 σχόλια - Στείλε Σχόλιο
14 Απριλίου 2023, 09:01
Κάποια Βράδια Καλοκαιρινά


ΚΑΠΟΙΑ ΒΡΑΔΙΑ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΑ

Σκούπισα τα φύλλα στην αυλή
άναψα ένα κόκκινο κερί
κι έβαλα το νυχτικό μου
κάτω απ’ τον ουρανό μου
που με βλέπει πάντα μοναχή

Κι όταν πια με βρήκε η αυγή
σε μια τριανταφυλλένια γη
κάλεσα ασθενοφόρο
και μια άδεια λεωφόρο
να με οδηγήσει στην ακτή

Ψάχνω ένα τέλος φωτεινό
είναι πια το μόνο που ζητώ
όμως κάτι με κρατάει
τύψη που με κυνηγάει
από ένα λάθος παρελθόν

Κι από τότε
κάποια βράδια καλοκαιρινά
έρχεσαι στα όνειρα κρυφά
κι είσαι ίδιος το φεγγάρι
που η νύχτα θα με πάρει
μες στη σκοτεινή της αγκαλιά.

- Στείλε Σχόλιο
19 Μαρτίου 2023, 08:32
Κάτι πήγε τελικά σωστά


ΚΑΤΙ ΠΗΓΕ ΤΕΛΙΚΑ ΣΩΣΤΑ

 

Ήμουν πεσμένος
και τα όνειρά μου έκαναν φτερά
Ήμουν χαμένος
κι αναζητούσα τη χαρά.
Η καρδιά μου παρασυρόταν όλο και πιο πέρα
αναζητώντας μια αγάπη να ζήσω μαγική
και τότε χαμογέλασες λαμπερή σαν τη μέρα
κι ας φαινόσουν κι εσύ μοναχική.

Στη ζωή μου όλα ήταν λάθος, μα κάτι πήγε τελικά σωστά
κι απ’ όλους τους ανθρώπους του πλανήτη, διάλεξες τη δική μου αγκαλιά.

Μια ματιά αρκούσε, για να σ’ αγγίξω μια στιγμή
να νιώσω πως θα μείνουμε για πάντοτε μαζί.
Κοιτώ τον χρόνο πίσω κι αναρωτιέμαι πως έφτασα ως εδώ
Στα θαύματα ξανά πιστεύω καθώς τα χείλη σου φιλώ

Κι ενώ στη ζωή μου όλα ήταν λάθος, κάτι πήγε τελικά σωστά
κι απ’ όλους τους ανθρώπους του πλανήτη, διάλεξες τη δική μου αγκαλιά.

3 σχόλια - Στείλε Σχόλιο
04 Μαρτίου 2023, 08:30
Είμαι ένα μικρό χνούδι


Το παρακάτω πεζογράφημα το έγραψα τον Νοέμβριο του 1999 στις Βρυξέλλες. Κέρδισε το Β' Βραβείο καλύτερου πεζογραφήματος στα Σικελιανά 2005 και δημοσιεύτηκε στο Ετήσιο Λογοτεχνικό Λεύκωμα 2017 που εκδόθηκε από τις Πνοές Λόγου και Τέχνης τον Δεκέμβριο του 2016.

ΕΙΜΑΙ ΕΝΑ ΜΙΚΡΟ ΧΝΟΥΔΙ

Είμαι ένα μικρό χνούδι. Ένα τόσο δα πραγματάκι που ζει κάτω από έναν καναπέ. Τους γονείς μου δεν τους γνώρισα ποτέ. Λένε πως τους ρούφηξε μια ηλεκτρική σκούπα.
Δυστυχώς εμείς τα χνούδια είμαστε αδικημένα από τη φύση. Δεν έχουμε πόδια, μα ούτε και φτερά. Έτσι όταν έρχεται η σκούπα στεκόμαστε ακίνητα περιμένοντας το μαρτυρικό θάνατο.
Εγώ είμαι ένα χνούδι τυχερό. Εδώ, κάτω από τον δερμάτινο καναπέ που ζω, η ηλεκτρική σκούπα δεν μπορεί να φτάσει. Όμως είδα πολλούς φίλους μου, που δεν είχαν την ίδια τύχη με μένα, να χάνονται μπροστά στα μάτια μου.
...
Σήμερα έχει καλό καιρό. Ακούμε συνέχεια για μια «μετακόμιση». Δεν ξέρω τι είναι αυτό και οι λίγοι σύντροφοί μου δεν μου λένε. Βλέπω όμως ότι ανησυχούν πολύ. Δεν ξέρω γιατί. Τί είναι άραγε η «μετακόμιση»; Και γιατί αυτό τους φοβίζει τόσο; Θα είναι φαίνεται κάποιο εξελιγμένο είδος ηλεκτρικής σκούπας.
Εγώ δεν ανησυχώ ιδιαίτερα. Άλλωστε εδώ, κάτω από τον καναπέ, αισθάνομαι ασφαλής. Αποκλείεται η «μετακόμιση» να χωρέσει από δω κάτω.
Μα ξάφνου νιώθω τον δερμάτινο καναπέ ν’ απομακρύνεται από πάνω μου! Θεέ μου! Τώρα θα με δουν οι άνθρωποι! Και να. Τώρα ακούω τον εφιαλτικό ήχο της ηλεκτρικής σκούπας να πλησιάζει. Ήρθε το τέλος μου!
Με παίρνουν τα δάκρυα. Είμαι τόσο μικρό κι αδύναμο... Κλείνω τα μάτια μου και κάνω τις τελευταίες μου σκέψεις. Θυμάμαι τις ευτυχισμένες μέρες που έζησα με τ’ άλλα χνούδια. Όταν είχε αέρα γελούσαμε, τραγουδούσαμε και στριφογυρίζαμε γύρω-γύρω. Αλλά έτσι είναι η ζωή, όμως, να... Η σκούπα έρχεται προς το μέρος μου. Γι’ αυτό κι εδώ, φίλοι μου, σας χαιρετώ και κακία δεν σας κρατώ, κι ας μην σας ενόχλησα ποτέ μου.
Άλλωστε ήμουν ένα μικρό χνούδι. Ένα τόσο δα πραγματάκι που ζούσε κάτω από έναν καναπέ...

- Στείλε Σχόλιο
26 Φεβρουαρίου 2023, 07:34
Εγκλωβισμένος στον Παράδεισο


Μερικά πράγματα εισαγωγικά πριν διαβάσετε το διήγημά μου. Πρώτα απ' όλα, το έγραψα τον Οκτώβριο του 2014, έχοντας δει το μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας στον ύπνο μου. Ήμουν τόσο... συγκλονισμένος από το όνειρο, που το θυμόμουν ολόκληρο και οπτικοποιημένο, με τους διαλόγους, με τα πρόσωπα κ.λπ., και κάθισα την επόμενη μέρα και το έγραψα. Η εισαγωγή και το φινάλε είναι δικής μου έμπνευσης ενώ όλο το κεντρικό μέρος είναι αυτούσιο το όνειρο. Αν και είναι κάπως μεγαλούτσικο, πιστεύω ότι αξίζει να το διαβάσετε. Έχει σημασία να το διαβάσετε ολόκληρο χωρίς να παρακάμψετε κείμενο.

ΕΓΚΛΩΒΙΣΜΕΝΟΣ ΣΤΟΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ

Σ’ ένα μικρό και γουστόζικο καφέ στη Λιλ της Γαλλίας, ο Ζακ παίρνει μία ανήσυχη ανάσα, σαν να έχει ένα βάρος μέσα του.
- Σάρα, ο λόγος για τον οποίο ήθελα να μιλήσουμε είναι επειδή σκέφτηκα ότι…
- Καταλαβαίνω Ζακ. Θες να χωρίσουμε, έτσι;
- Ναι, αλλά ήθελα πρώτα να σου πω ότι…
- Δεν χρειάζεται να πεις τίποτα Ζακ! Εγώ μόνο έχω κάτι να σου πω!
- Τι;
- Ότι είσαι μεγάλος κόπανος!
- Μα…
- Εξαφανίσου από τη ζωή μου! Και καλά θα κάνεις να εξαφανιστείς από τη ζωή γενικώς για να μην πικράνεις και άλλους ανθρώπους!
- Μα, τι είναι αυτά που λες;
- Καλό παράδεισο Ζακ!

- «Καλό παράδεισο»; Αυτό σου είπε;
- Ναι, αυτό μου είπε.
- Και «να εξαφανιστείς από τη ζωή»;
- Ναι! Εντάξει, είναι αλήθεια ότι θα της ζήταγα να χωρίσουμε. Αλλά δεν ήθελα να χωρίσουμε έτσι!
- Καταλαβαίνω…
- Θα μπορούσαμε να είχαμε χωρίσει φιλικά. Όχι μ’ αυτό τον τρόπο.
- Κοίτα, Ζακ… Δεν ξέρω αν είναι η κατάλληλη στιγμή, αλλά οφείλω να σου πω ότι πάντα πίστευα ότι αυτή η σχέση δεν θα προχωρούσε.
- Γιατί το λες αυτό, Κλωντ;
- Γιατί είσαστε η μέρα με τη νύχτα. Εσύ είσαι ήπιος άνθρωπος, σοβαρός, χαμηλών τόνων, κι αυτή είναι τρελή!
- Δεν είπες τίποτα, όμως, όσο καιρό ήμασταν μαζί.
- Τι να σου έλεγα δηλαδή; Αφού σ’ έβλεπα πως ήσουν ερωτευμένος. Όχι μόνο δεν θα με άκουγες αλλά θα χαλούσε κι η φιλία μας. Εγώ πάντα φοβόμουνα πως μία μέρα αυτή θα σε σκότωνε πάνω στην τρέλα της!
- Τώρα λες ανοησίες, Κλωντ.
- Μακάρι! Αλλά πλέον δεν έχει σημασία. Πίστεψέ με Ζακ, ότι ίσως είναι καλύτερα που χωρίσατε έτσι. Τουλάχιστον να ξεμπερδέψετε μία και καλή.
- Δεν είμαι σίγουρος ότι αυτό είναι το καλύτερο.
- Και τι θα κάνατε Ζακ; Θα κρατούσατε επαφές; Θα βγαίνατε σαν φίλοι; Δεν γίνονται αυτά τα πράγματα!
- Γιατί; Τόσα και τόσα πρώην ζευγάρια είναι τώρα φίλοι. Οι πρώτοι θα ήμασταν ή οι τελευταίοι;
- Ζακ! Ξέρεις κανέναν από τους φίλους μας που να έχει κρατήσει επαφές με την πρώην του;
- Ο Πωλ!
- Ναι, ο Πωλ! Κράτησε επαφές με την πρώην του και μετά έκανε τέσσερα χρόνια να βρει άλλη! Βρες κανένα καλύτερο παράδειγμα!
- Ο… Ανρί!
- Άλλος κι αυτός! Αυτός επέμενε να κρατάει επαφές με την πρώην του ελπίζοντας ότι θα τα ξαναβρούνε. Δεν είναι η ίδια περίπτωση. Εκτός αν…
- Τι «εκτός αν», Κλωντ;
- Εκτός αν ήθελες να κρατήσετε επαφή για να έχεις ένα παράθυρο ανοιχτό.
- Όχι. Σίγουρα όχι!
- Τότε δεν είχες κανένα λόγο να κρατήσετε επαφές. Δεν πειράζει που χωρίσατε έτσι. Τουλάχιστον δεν θα είναι ο ένας τροχοπέδη για τον άλλον.
- Απλά τώρα αισθάνομαι άσχημα…
- Είσαι πληγωμένος, Ζακ. Γι’ αυτό. Λένε ότι ένας χωρισμός είναι ένας μικρός θάνατος.
- Έπρεπε να την έβλεπες από μια μεριά. Με τι μίσος με κοιτούσε…
- Γιατί είναι εγωίστρια, Ζακ. Ήθελε να είναι εκείνη που θα στο έλεγε, κι όχι εσύ. Γι’ αυτό δεν σ’ άφησε να μιλήσεις.
- Σαν να έχεις δίκιο Κλωντ. Ουφ… Δεν ξέρω τι να κάνω πια… Πονάω. Πονάω πολύ.
- Ζακ, κάνε μια βόλτα να ηρεμήσεις, να πάρεις λίγο αέρα. Πήγαινε μια βόλτα στην αγορά. Σήμερα έχει παζάρι. Θα σου κάνει καλό.
- Έχεις δίκιο Κλωντ. Σ’ ευχαριστώ.
- Άντε, καλή βόλτα Ζακ. Και που ‘σαι! Μην εξαφανιστείς!

Τελειώνοντας την κουβέντα με τον Κλωντ Μπερνάρ, ο Ζακ φόρεσε το σακίδιό του και κατευθύνθηκε προς το παζάρι μονολογώντας:
- Άκου «καλό παράδεισο»...

Στην αγορά κυκλοφορούσε πάρα πολύς κόσμος. Ο Ζακ προσπαθούσε να περάσει ανάμεσά τους αλλά δεν απέφυγε τα σπρωξίματα και τα σκουντήματα. Προσπάθησε να κάνει κάποιους ελιγμούς, μα ο κόσμος ήταν πολύς. Σχεδόν τον παρασέρνανε μαζί τους. Όλοι τους κατευθύνονταν προς την ίδια κατεύθυνση κρατώντας νομίσματα στο χέρι, σαν να τους περίμενε κάποια εκπληκτική προσφορά στο τέλος του δρόμου. Όμως ο Ζακ συνέχιζε να πηγαίνει κόντρα. «Μα που στο διάολο πάνε όλοι αυτοί;» αναρωτήθηκε, και σπρώχνοντας κατάφερε κάποια στιγμή να βγει από την άλλη μεριά, σχεδόν ιδρωμένος. Στο δεξί του χέρι κρατούσε ένα χαρτί. Δεν κατάλαβε καν πως βρέθηκε να το κρατάει. Σκέφτηκε ότι μάλλον θα είναι κανένα διαφημιστικό φυλλάδιο που θα το πήρε μηχανικά. Έριξε μια ματιά στο χαρτί και είδε ότι ήταν ένα σημείωμα που έγραφε «Πάρε το λεωφορείο και κατέβα στη στάση Παράδεισος. Είναι μία στάση μετά το πολυκατάστημα». Ο γραφικός χαρακτήρας έμοιαζε πολύ με της Σάρας.
Ο Ζακ πέρασε απέναντι και μπήκε στο λεωφορείο που μόλις είχε φτάσει. Ο οδηγός δεν έμοιαζε καθόλου με τους οδηγούς που συνήθιζε να βλέπει ο Ζακ στα λεωφορεία της Λιλ. Συνήθως οι οδηγοί ήταν νεαροί, περιποιημένοι και φορούσαν τη στολή τους. Όμως ο οδηγός αυτού του λεωφορείου ήταν ένας ηλικιωμένος, κοντά στην ηλικία της σύνταξης, ο οποίος είχε αφήσει μούσια και τα ρούχα του ήταν κάπως ατημέλητα.
Μπαίνοντας στο λεωφορείο, ο Ζακ έριξε μία ματιά και παρατήρησε ότι όλες οι θέσεις ήταν πιασμένες. Σύνηθες φαινόμενο για τη συγκεκριμένη γραμμή μιας και περνούσε από το εμπορικό κέντρο. Στο πολυκατάστημα κατέβηκαν όλοι οι επιβάτες και ο Ζακ έμεινε μόνος του. Το λεωφορείο συνέχισε το δρόμο του, αφήνοντας το κέντρο πίσω, και παίρνοντας έναν μακρύ και έρημο ανηφορικό δρόμο. Ο ηλικιωμένος οδηγός παρατήρησε από τον καθρέφτη του τον Ζακ, που φαινόταν ότι δεν είχε ξαναβρεθεί ποτέ σ’ αυτή την περιοχή και κοιτούσε προσεκτικά έξω από το παράθυρο για να εντοπίσει τη στάση Παράδεισος.
- Μην ανησυχείτε νεαρέ μου. Σε λίγο φτάνουμε στη στάση Παράδεισος.
- Πού ξέρετε ότι θέλω να κατέβω εκεί;
- Έτσι κι αλλιώς δεν υπάρχει άλλη στάση. Αυτή είναι η τελευταία.
- Α, μάλιστα.

Πράγματι, μετά από λίγο, ο οδηγός άνοιξε την πόρτα και ο Ζακ κατέβηκε στη στάση. Στάθηκε εκεί για λίγα δευτερόλεπτα και έκανε λίγα βήματα παρά πέρα μόνο όταν εισέπνευσε τον καπνό από την εξάτμιση του λεωφορείου, που χάθηκε μέσα στην ομίχλη του ανηφορικού δρόμου.
- Τι περίεργο μέρος είναι αυτό…

Κι ήταν πράγματι περίεργο. Στη στάση δεν τον περίμενε κανένας. Ο ήλιος έφτανε στη δύση του και το μισοσκόταδο σε συνδυασμό με την ομίχλη έκανε το τοπίο σχεδόν απόκοσμο. Ο Ζακ βρισκόταν σ’ ένα ψηλό λόφο όπου δεν υπήρχε απολύτως τίποτα και δεν κυκλοφορούσε ούτε ψυχή. Πέρασε στην άλλη μεριά του δρόμου, απ’ όπου μπορούσε να δει την πόλη από ψηλά αν και αχνά. Καθώς σκοτείνιαζε όλο και περισσότερο, σκέφτηκε ότι ήταν λάθος του που ακολούθησε αυτό που έγραφε το σημείωμα. Πήρε την απόφαση να γυρίσει πίσω, αλλά γρήγορα διαπίστωσε ότι δεν υπήρχε καμία στάση λεωφορείου για την επιστροφή. Ο δρόμος ήταν έρημος και δεν κυκλοφορούσε ούτε αυτοκίνητο.
Δεν είχε άλλη επιλογή. Ξεκίνησε να περπατάει ελπίζοντας να βρει κάποιον περαστικό που να του έδειχνε πού βρίσκεται η στάση της επιστροφής. Περπατούσε για αρκετή ώρα μέσα στο σκοτάδι χωρίς να δει κανέναν. Το μόνο που έβλεπε ήταν τα φώτα της πόλης από ψηλά. Ξαφνικά, του φάνηκε σαν να άκουσε μουσική και φωνές από κάποιο σπίτι. Εξαιτίας της ομίχλης δεν μπορούσε να διακρίνει ιδιαίτερα καθαρά, αλλά όταν πλησίασε πολύ κοντά έμεινε έκπληκτος.
Σε πλήρη αντίθεση με την ερημιά που υπήρχε τριγύρω, είδε ένα σπίτι γεμάτο νεαρόκοσμο και δυνατή μουσική. Το πιο περίεργο απ’ όλα ήταν το γεγονός ότι το σπίτι ήταν στο κέντρο μιας μεγάλης παραλληλόγραμμης πισίνας, χωρίς να υπάρχει κάποιος διάδρομος πρόσβασης σ’ αυτό. Αν ήθελε κάποιος να μπει στο σπίτι, έπρεπε να βουτήξει πρώτα στην πισίνα και να κατευθυνθεί προς το κέντρο της.
Η πισίνα –μέσα και γύρω από αυτήν- ήταν γεμάτη νέους και νέες που χορεύανε, τραγουδούσανε, γελάγανε και οι περισσότεροι από αυτούς καπνίζανε κάτι που μύριζε παράνομο. Το σπίτι στο κέντρο της πισίνας είχε ορθάνοιχτα πόρτες και παράθυρα και ο Ζακ μπορούσε εύκολα να δει ότι και το σπίτι ήταν επίσης γεμάτο από νεαρόκοσμο.
Αυτή ήταν η ευκαιρία που ζητούσε. Όλο και κάποιος θα ήξερε να του πει τον δρόμο της επιστροφής. Έβγαλε, λοιπόν, το σακίδιό του από την πλάτη, το κράτησε ψηλά στα χέρια και έπεσε με τα ρούχα στην πισίνα. Βρέθηκε περικυκλωμένος από κόσμο που χόρευε και ο Ζακ χρειάστηκε να πάρει μία πολύ βαθιά ανάσα για να μπορέσει με όλη του τη δύναμη να φωνάξει:
- Συγνώμη! Μήπως ξέρει κανείς να μου πει πώς μπορώ να πάω στην πόλη;

Κανένας δεν απάντησε. Κανείς δεν γύρισε καν να τον κοιτάξει. «Τι στο καλό γίνεται εδώ; Κουφοί είναι όλοι τους;», αναρωτήθηκε ο Ζακ. Επανέλαβε και δεύτερη φορά την ίδια ερώτηση, με την ίδια μεγάλη ένταση, αλλά και πάλι δεν πήρε απάντηση. Τότε ένιωσε ένα δάχτυλο να τον χτυπάει στον δεξί του ώμο και γύρισε πίσω να κοιτάξει. Ήταν ένας νεαρός που ευγενικά του είπε:
- Μην παιδεύεσαι άδικα. Όλοι αυτοί είναι φοιτητές από το εξωτερικό. Πρέπει να τους μιλήσετε στα αγγλικά.
- Α, μάλιστα. Τώρα εξηγείται. Ευχαριστώ πολύ...

Πράγματι ο Ζακ φώναξε δυνατά στα αγγλικά την ίδια ερώτηση. Ως δια μαγείας, όλοι γύρισαν και τον υποδέχθηκαν με χαρά.
- Εσύ πώς βρέθηκες εδώ;
- Τι να σας πω βρε παιδιά. Μακάρι να ‘ξερα. Μάλλον χάθηκα. Μήπως ξέρετε να μου πείτε πως μπορώ να πάω πίσω στην πόλη;
- Κάτσε, τώρα που ήρθες. Θα περάσεις καλά μαζί μας.
- Ευχαριστώ πολύ παιδιά αλλά θέλω να φύγω. Είναι πολύ ωραία εδώ αλλά θέλω να πάω σπίτι μου.
- Όπως αγαπάς.

Του Ζακ του άρεσε η χαρούμενη ατμόσφαιρα που υπήρχε εκεί, αλλά ένιωθε να πνίγεται από τον καπνό των τσιγάρων. Ένιωσε μάλιστα μία ζαλάδα, καθότι δεν ήταν καθόλου συνηθισμένος, και αμέσως κολύμπησε μέχρι την πόρτα του σπιτιού. Φτάνοντας στην είσοδο, σηκώθηκε όρθιος και έσταζε ολόκληρος. Μία κοπέλα έτρεξε να τον τυλίξει με μία πετσέτα, κοιτάζοντας έκπληκτη τον Ζακ που είχε μπει στην πισίνα με τα ρούχα.
- Πως βρέθηκες εσύ εδώ με βρεγμένα ρούχα;
- Χάθηκα στο δρόμο και ήρθα εδώ για να ρωτήσω μήπως ξέρει κανείς να μου πει το δρόμο για την πόλη.
- Κάτσε πρώτα να πω στα παιδιά να σου δώσουμε μία αλλαξιά ρούχα. Δεν μπορείς να κυκλοφορήσεις έτσι.
- Μην ανησυχείς. Έχω μία αλλαξιά μέσα στο σακίδιό μου.
- Ε, τότε, πήγαινε ν’ αλλάξεις.

Ο Ζακ μπήκε στο μπάνιο, το οποίο ήταν προφανώς το μόνο μέρος του σπιτιού που δεν είχε κόσμο. Άλλαξε ρούχα και αμέσως μετά, με τη μικρή του τσατσάρα, σουλούπωσε τα κάπως απεριποίητα μαλλιά του. Στη συνέχεια κατευθύνθηκε προς το σαλόνι. Εκεί είδε μία πανέμορφη κοπέλα, την οποία χάιδευε ένας γέρος. Η κοπέλα, η οποία ήταν-δεν ήταν είκοσι χρονών και είχε μακριά καστανά μαλλιά και ανοιχτοπράσινα μάτια, χαιρέτησε τον Ζακ τείνοντας το χέρι της και μιλώντας γαλλικά:
- Γεια σου. Με λένε Βερονίκ.
- Χαίρω πολύ. Ζακ.

Ο Ζακ έριξε ένα μάλλον αδιάκριτο βλέμμα στο γέρο που χάιδευε τη Βερονίκ και αμέσως μετά κοίταξε τη Βερονίκ με απορία. Η Βερονίκ χαμογέλασε και του είπε:
- Είναι ξένος. Δεν μιλάει τη γλώσσα μας.
- Βερονίκ, είσαι πολύ όμορφη κοπέλα. Αλλά τι δουλειά έχεις μ’ αυτόν το γέρο;
- Τι να κάνω; Πρέπει να βγάλω κι εγώ τα έξοδα των σπουδών μου! Δεν έχω καμία σχέση με το γέρο. Απλά με πληρώνει και τον αφήνω να με χαϊδεύει. Αν με πληρώσεις εσύ, θ’ αφήσω το γέρο και θα ‘ρθω σε σένα.
- Βερονίκ, είσαι πράγματι πειρασμός αλλά πρέπει να φύγω. Μήπως ξέρεις να μου πεις πως μπορώ να πάω στην πόλη;
- Εσύ χάνεις.
- Το ξέρω, αλλά πρέπει να φύγω. Εκτός κι αν είσαι τόσο καλή που μπορείς να κάμψεις τους δισταγμούς μου…
- Λες και τέτοια πονηρούλη, ε;
- Εσύ άρχισες Βερονίκ. Κι είσαι τόσο όμορφη!
- Τι έγινε; Δεν βιάζεσαι τώρα;
- Έχεις δίκιο! Με παρέσυρες! Θα μου πεις, τώρα, πώς μπορώ να πάω στην πόλη;
- Όχι! Δεν θα σου πω!
- Γιατί;
- Γιατί άμα σου πω, θα φύγεις. Εγώ θέλω να μείνεις εδώ!
- Κι ο γέρος;
- Μην σ’ απασχολεί ο γέρος. Τον ξεφορτώνομαι εύκολα!
- Ίσως μια άλλη φορά. Λυπάμαι, Βερονίκ, είναι πολύ καλή η παρέα σου αλλά πρέπει να φύγω.
- Κρίμα…

Κρατώντας το σακίδιό του ψηλά στα χέρια, ο Ζακ χαιρέτησε τη Βερονίκ και ξαναβούτηξε στην πισίνα για να μπορέσει να βγει και πάλι στο δρόμο. Συνειδητοποίησε ότι έκανε γκάφα που άλλαξε ρούχα, αφού έτσι κι αλλιώς πάλι βρεγμένος θα έβγαινε στο δρόμο, ενώ τώρα δεν είχε πια στεγνά ρούχα. Όμως συνειδητοποίησε και κάτι άλλο: ότι κανένα από τα τόσα άτομα, με τα οποία είχε μιλήσει στο σπίτι και στην πισίνα, δεν του είπε ποιον δρόμο να πάρει. Αποφάσισε, λοιπόν, ν’ ακολουθήσει τον δρόμο όλο ευθεία προσανατολιζόμενος από τα φώτα της πόλης που έβλεπε αμυδρά μέσα από την ομίχλη.
Όμως η πόλη ήταν πολύ μακριά. Σίγουρα δεν μπορούσε να πάει με τα πόδια. Και το εγχείρημά του γινόταν ακόμα πιο δύσκολο καθώς ήταν βρεγμένος από πάνω μέχρι κάτω. Έπρεπε οπωσδήποτε να βρει κάποια στάση λεωφορείου. Όμως στάση δεν υπήρχε πουθενά. Και πάλι βρέθηκε μόνος κι έρημος. Ούτε αυτοκίνητο περνούσε, ούτε πεζός για να τον βοηθήσει. Ο Ζακ άφησε το σπίτι με την πισίνα αρκετά πίσω του και συνέχισε με κουράγιο. Ήξερε πως δεν θα άντεχε για πολύ αλλά είχε πεισμώσει. Έλεγε και ξανάλεγε:
- Πρέπει να τα καταφέρω. Πρέπει να τα καταφέρω.

Και περπατούσε… και περπατούσε… Πρέπει να είχαν περάσει τουλάχιστον δύο ώρες από τη στιγμή που ο Ζακ άφησε εκείνο το περίεργο σπίτι με την πισίνα. Κοντοστάθηκε λίγο νιώθοντας καταβεβλημένος. Τα ρούχα είχαν κολλήσει πάνω του ενώ τα παπούτσια του ακόμα πλατσούριζαν. Έκανε έναν αναστεναγμό και συνέχισε και πάλι το δρόμο του.
- Πρέπει να τα καταφέρω. Πρέπει να τα καταφέρω.

Όμως τα φώτα της πόλης εξακολουθούσαν να φαίνονται μακριά. Έμοιαζαν τόσο μακρινά σαν να μην είχε περπατήσει καθόλου. Τα λεπτά και οι ώρες περνούσαν. Κι εκείνος περπατούσε… και περπατούσε… Κάποια στιγμή, μέσα στο σκοτάδι, του φάνηκε σαν να άκουσε φωνές.
- Επιτέλους! Ακούω φωνές!

Μετά από λίγο είδε έκπληκτος ότι έφτασε και πάλι στο σπίτι με την πισίνα. Δεν πίστευε στα μάτια του! Έπεσε απογοητευμένος στο δρόμο, μην πιστεύοντας αυτό που έβλεπε.
- Δεν είναι δυνατόν!

Δεν μπορούσε να εξηγήσει πώς είναι δυνατόν να έχει περπατήσει τόσες ώρες και να έφτασε στο ίδιο σημείο από το οποίο ξεκίνησε. Τα πόδια του έτρεμαν από το περπάτημα και τα μάτια του ήταν επίσης κουρασμένα. Το χειρότερο ήταν ότι συνειδητοποίησε ότι δεν μπορούσε να φύγει ποτέ από κει. Φτάνοντας στο σπίτι, τον αναγνώρισαν όλοι.
- Βρε, καλώς τον Ζακ!

Ο Ζακ δεν είχε κουράγιο να χαιρετήσει κανέναν. Μόνο όταν είδε ξανά τη Βερονίκ χαμογέλασε. Τους χώριζε μόνο η πισίνα.
- Φαίνεσαι χάλια. Μπες στην πισίνα να νιώσεις καλύτερα. Αλλιώς κολύμπα κι έλα σε μένα.
- Γιατί δεν μπαίνεις κι εσύ στην πισίνα;
- Εντάξει, Ζακ. Αν μπεις εσύ, θα μπω κι εγώ!
- Με τα ρούχα;
- Όχι, βέβαια! Θα τα βγάλω!
- Χμμμ… Βερονίκ, αυτό είναι ένα καλό κίνητρο για να βουτήξω!

Ήταν φανερό πως αν και καταπονημένος ο Ζακ ξαναβρήκε το κέφι του. Η Βερονίκ ήταν υπερβολικά όμορφη για να αντισταθεί ο Ζακ στη γοητεία της. Με μια επιδέξια κίνηση έβγαλε το παντελόνι του και βγάζοντας μία χαρούμενη κραυγή βούτηξε στο νερό. Η Βερονίκ φώναξε τότε:
- Τον χάνουμε! Τον χάνουμε!

- Τον χάνουμε! Τον χάνουμε!
- Γρήγορα τον απινιδωτή!

Η κατάσταση στο χειρουργείο είναι κρίσιμη. Ο χειρούργος προσπαθεί με ηλεκτροσόκ να επαναφέρει έναν νεαρό στη ζωή. Όμως ο νεαρός είχε χάσει πολύ αίμα. Η σφαίρα τον έπληξε σε ζωτικά σημεία. Είχαν περάσει πολλές ώρες προσπάθειας να τον κρατήσουν στη ζωή, όμως η καρδιά του δεν άντεξε. Η οριζόντια γραμμή στον παλμογράφο έμεινε σταθερή και τα ισχυρά τραντάγματα στο στήθος του δεν έφεραν αποτέλεσμα.
Ο γιατρός ενημέρωσε αμέσως τον ντετέκτιβ Κλωντ Μπερνάρ ότι ο νεαρός ονόματι Ζακ, που είχε πυροβοληθεί από την κοπέλα του, κατέληξε.
Η όμορφη νεαρή βοηθός του γιατρού δάκρυσε. Ο γιατρός ψύχραιμα την πήρε αγκαλιά για να την παρηγορήσει.
- Δυστυχώς Βερονίκ αυτά έχει το επάγγελμά μας…
- Το ξέρω… Αλλά… ήταν τόσο νέος και όμορφος… Αναρωτιέμαι τι να έβλεπε όταν ήταν ναρκωμένος. Έφυγε χαμογελαστός.
- Αλήθεια, τι σου ψιθύρισε στο αυτί όταν τον φέρανε μέσα;
- Μου είπε «Βερονίκ, είσαι πολύ όμορφη κοπέλα. Αλλά τι δουλειά έχεις μ’ αυτόν το γέρο;».
- Εμένα είπε «γέρο»;
- Μάλλον!
είπε χαμογελώντας η Βερονίκ ενώ ταυτόχρονα έτρεχαν δάκρυα από τα μάτια της. Μετά από λίγο ξέσπασε σε λυγμούς και με τρεμάμενη φωνή είπε στο γιατρό:
- Πριν τον ναρκώσουμε μονολογούσε «Πρέπει να τα καταφέρω… Πρέπει να τα καταφέρω»…

 

2 σχόλια - Στείλε Σχόλιο
18 Φεβρουαρίου 2023, 10:03
Απίστευτο περιστατικό στο μετρό


Αν δεν ήμουνα μπροστά στο σκηνικό και κάποιος άλλος μου διηγούσε την ιστορία, να πω την αλήθεια, δεν θα τον πίστευα. Κι όμως συνέβη! Κατ' αρχάς, ζητάω προκαταβολικά συγνώμη για τη φρασεολογία αλλά μεταφέρω τους διαλόγους αυτούσιους.

Πήρα, λοιπόν, το μετρό από το Σύνταγμα για να κατέβω στη στάση των Αμπελοκήπων. Ξαφνικά ακούω μια φωνή από μία κοπέλα:
- Ε μα επιτέλους το παράκανες, ανώμαλε!

Δεν απευθυνόταν σε μένα -εγώ στεκόμουν μόλις δύο μέτρα απ' αυτήν- αλλά σ' αυτόν που στεκόταν από πίσω της. Η κοπέλα ήταν περίπου 25-28 ετών, πολύ ωραία, λιγερόκορμη, και ο τύπος που στεκόταν πίσω της φαινόταν λίγο μεγαλύτερος -κοντά 30 ετών- αλλά είχε τη φάτσα ανθρώπου που δεν είχε πάει ποτέ του με γυναίκα. Ο τύπος ήταν ατημέλητος, με μαλλιά απεριποίητα και ψιλολαδωμένα, ντύσιμο παντελώς αδιάφορο και πρόσωπο ανθρώπου που κάθεται 25ώρες το 24ωρο στον υπολογιστή χαζεύοντας τσόντες.
Για να μην τα πολυλογώ, ακριβώς πριν βάλει τις φωνές η κοπέλα, δεν είχε πέσει στην αντίληψή μου τίποτα αξιοπερίεργο. Όταν όμως άρχισαν οι φωνές, αυτό που ακολούθησε δεν ήταν και το πιο συνηθισμένο γεγονός που θα μπορούσε να δει κανείς στο μετρό.
Ο τύπος, βλέποντας την κοπέλα να του φωνάζει μπροστά σ' όλο τον κόσμο, άρχισε κι αυτός να φωνάζει:
- Σ' εμένα απευθύνεσαι βρε υστερικιά; Τί σου έκανα;
- Τί μου έκανες; Τολμάς και ρωτάς; Τόση ώρα έχεις κολλήσει πάνω μου και αλλάζω θέση και συνεχίζεις να μου κολλάς!
- Τί λες μωρέ; Είσαι με τα καλά σου; Για σύνελθε! Εσύ είσαι ανώμαλη, όχι εγώ!
- Άντε και γαμήσου ρε μαλάκα! Ε, μαλάκα!
- Να πας να γαμηθείς εσύ μαλακισμένη! Άντε πρωί-πρωί! Βγάλε το δονητή σου από την τσάντα να ηρεμήσεις!
- Θα βγάλω το δονητή και θα τον βάλω στον δικό σου κώλο ρε μαλάκα!

Εντάξει, το θέμα είχε ξεφύγει. Οι γριές είχαν κοκκινίσει, άλλες σταυροκοπιόντουσαν και κάτι μανάδες έκλειναν τ’ αυτιά στα παιδιά τους. Ο καυγάς είχε ανάψει για τα καλά και κανένας δεν τολμούσε να αναμιχθεί γιατί ήταν σχεδόν σίγουρο ότι θα τον βρίζανε κι αυτόν.
Η κοπέλα κι ο τύπος αντάλλαξαν ότι πιο βρωμερό και πορνοσιχαμερό μπορεί να φανταστεί κανείς. Μέχρι που στη στάση Μέγαρο Μουσικής η κοπέλα κατέβηκε ενώ ο τύπος έμεινε μέσα στο μετρό. Την ώρα που έκλειναν οι πόρτες, η κοπέλα (που ήταν πλέον στην αποβάθρα) γύρισε προς την πόρτα και έκανε κωλοδάχτυλο στο νεαρό. Αυτός έξαλλος και μη μπορώντας να βγει, προσπαθούσε με όλη του τη δύναμη ν' ανοίξει την πόρτα του συρμού. Μάταια. Το μετρό ξεκίνησε κι αυτός ούρλιαζε:
- Πουτάνα! Γαμημένη! Θα σε βρω και θα σε σκίσω πουτάνα!

Ήταν τόσο οργισμένος που τα σάλια του έπεφταν πάνω στην πόρτα. Αναρωτιόμουνα τι θα συνέβαινε αν ο οδηγός του συρμού άνοιγε ξανά τις πόρτες, όπως άλλωστε συμβαίνει συχνά. Στην επόμενη στάση κατέβηκα και δεν ξέρω αν είχε και σόλο συνέχεια. Τουλάχιστον έγινα μάρτυρας (άλλης) μίας στιγμής αντάξιας του σύγχρονου πολιτισμού μας.

1 σχόλια - Στείλε Σχόλιο
12 Φεβρουαρίου 2023, 07:35
Κι ακόμα αναζητώ...


Το παρακάτω... πόνημα το έγραψα τον Ιανουάριο του 2021.

Ο "πρωταγωνιστής" των στίχων βιώνει μία σχέση που επί της ουσίας έχει ήδη σβήσει. Γνωρίζει ότι η σύντροφός του υποκρίνεται ως προς τα συναισθήματά της αλλά αυτός για τους δικούς του λόγους συμβιβάζεται, μόνο που συνειδητοποιεί ότι έτσι χάνει τον εαυτό του...

ΚΙ ΑΚΟΜΑ ΑΝΑΖΗΤΩ...

Μοιάζουν τα φιλιά σου με εγκλήματα

ιδιαζόντως ειδεχθή

σκάνε μέσα μου πυροτεχνήματα

και μου καίνε την ψυχή

 

Μοιάζουν τα φιλιά σου με συνθήματα

από φωνές μες στη σιωπή

παράσταση χωρίς χειροκροτήματα

με μια θλιμμένη μουσική

 

Κι εγώ ακόμα αναζητώ

που κρύβεται η αλήθεια

και μέσα μου θα συγχωρώ

τους μύθους σου από συνήθεια

 

Βλέπω στο βλέμμα σου ψυχρότητα

σαν παγωμένο ωκεανό

και μοιάζει η αγάπη μου μ' οντότητα

που απειλείται μ' αφανισμό

 

Σου φέρομαι ακόμα με αβρότητα

κι ας αιωρούμαι στο κενό

Ψάχνω τη δική μου την ταυτότητα

μα αυτός δεν είμαι εγώ...

 

- Στείλε Σχόλιο
Συγγραφέας
che
Κωνσταντίνος Παυλικιάνης
Διοικητικό-Οικονομικό Στέλεχος
από ΝΕΑ ΣΜΥΡΝΗ


Περί Blog
blogs.musicheaven.gr/che

Tags

Ποίημα στίχοι Στίχοι ποίηση τραγούδι μουσική



Επίσημοι αναγνώστες (1)
Τα παρακάτω μέλη ενημερώνονται κάθε φορά που ανανεώνεται το blogΓίνε επίσημος αναγνώστης!

Πρόσφατα...
Δημοφιλέστερα...
Αρχείο...

Links